Κεφάλαιο 01

<-Εισαγωγή τού Le Strange στην έκδοση τού 1928 Κεφάλαιο 2: Από τη Ρόδο στο Πέρα->

Κεφάλαιο 1: Από το Κάντιθ στη Ρόδο

Image

Χάρτης 1: Αφετηρία ταξιδιού. Ισπανία, Βαλεαρίδες

Ο άρχοντας Τιμούρ Μπέης

Η ζωή και οι πράξεις τού μεγάλου Ταμερλάνου, με περιγραφή των εδαφών που βρίσκονται κάτω από την κατοχή και την κυριαρχία του, γραμμένη από τον Ρούι Γκονζάλες ντε Κλαβίχο, αρχιθαλαμηπόλο τής υψηλότητάς του, τού πολύ μεγάλου και ευγενούς βασιλιά Δον Ενρίκο, τρίτου με αυτό το όνομα, κυρίαρχου άρχοντα Καστίλλης και Λεόν. Μαζί με δρομολόγιο στο οποίο περιγράφονται όλα όσα συνέβησαν κατά τη διάρκεια τής πρεσβείας, που έστειλε η υψηλότητά του ο εν λόγω βασιλιάς κατά το έτος χίλια τετρακόσια τρία από την ενσάρκωση τού Κυρίου, στον άρχοντα, τον εν λόγω ηγεμόνα, ο οποίος είναι αλλιώς γνωστός ως Τιμούρ μπέης.1

Ο μεγάλος άρχοντας Τιμούρ μπέης,2 έχοντας σκοτώσει τον αυτοκράτορα τής Σαμαρκάνδης,3 κατέλαβε την αυτοκρατορία του, απ’ όπου ξεκίνησε η δική του επικράτεια και εξουσία, όπως θα διαβάσετε τώρα.4 Γιατί προχώρησε στη συνέχεια να κατακτήσει όλη τη γη τής Μογγολίας,5 η οποία περιλαμβάνει την αυτοκρατορία τής Σαμαρκάνδης, καθώς και τη γη τής Ινδίας τής Ελάσσονος. Ύστερα κατέκτησε επίσης ολόκληρη τη χώρα και την αυτοκρατορία τού Χορασάν,6 που είναι μεγάλη ηγεμονία, ενώ υπέταξε ολόκληρη τη χώρα των Τατζίκ,7 μαζί με την επικράτεια και την ηγεμονία μιας πόλης που ονομάζεται Ράϋ. Στη συνέχεια υπέταξε επίσης, φέρνοντας κάτω από την κυριαρχία του, ολόκληρη την Περσία και τη Μηδία με τις ηγεμονίες τής Ταμπρίζ8 και τής Σουλτανίγια.9 Ύστερα κατέκτησε τις περιοχές τού Γκιλάν10 και τού Ντερμπέντ11 μαζί με την Ελάσσονα Αρμενία και το Έρζιντζαν12 με το Ερζερούμ13 και το Αβνίκ.14 Στη συνέχεια έφερε υπό την κυριαρχία του και τη διοίκησή του το Μαρντίν15 με τη χώρα τής Γεωργίας,16 όπου η τελευταία γειτονεύει με την προαναφερθείσα Αρμενία. Ύστερα ο Τιμούρ κατέβαλε σε μάχη τον άρχοντα τής Ελάσσονος Ινδίας, παίρνοντας από αυτόν το μεγαλύτερο μέρος τής επικράτειάς του. Στην άλλη γεωγραφική περιοχή άλωσε την πόλη τής Δαμασκού, ανέλαβε επίσης την κατοχή τού Χαλεπιού, ενώ τελικά κατέλαβε ολόκληρη τη Μεσοποταμία με τη Βαγδάτη.17

Οι δύο απεσταλμένοι τής Καστίλλης

Και πάλι λεηλάτησε και κατέστρεψε διάφορες άλλες χώρες και βασίλεια, κερδίζοντας πολλές μάχες και επιτυγχάνοντας πολλές κατακτήσεις, μέχρι να έρθει τελικά εναντίον τού Τούρκου σουλτάνου Βαγιαζήτ, τού επονομαζόμενου Γιλντιρίμ [Κεραυνού],18 που ήταν ένας από τούς μεγαλύτερους και ισχυρότερους ηγεμόνες που είδε ο κόσμος. Στα εδάφη του τής Τουρκίας ο Τιμούρ τον οδήγησε σε μάχη, κοντά σε κάποιο κάστρο και πόλη που ονομάζεται Άγκυρα.19 Σε αυτή τη μάχη ο Τιμούρ νίκησε, συλλαμβάνοντας τον Τούρκο σουλτάνο αιχμάλωτο, καθώς επίσης και έναν από τούς γιους του. Συνέβη να είναι παρόντες στη διάρκεια εκείνης τής μάχης δύο πρεσβευτές που είχαν έρθει από τον υψηλό και ισχυρό άρχοντα Δον Ενρίκο, βασιλέα με τη χάρη τού Θεού Καστίλλης και Λεόν, τον οποίο να προστατεύει ο Θεός. Τα ονόματα αυτών των δύο ανδρών ήσαν Πάγιο ντε Σοτομαγιόρ20 και Ερνάν Σάντσεζ ντε Παλαθουέλος.21 Αυτοί οι δύο είχαν σταλεί από τον βασιλιά Ερρίκο για να ερευνήσουν και ν΄ αναφέρουν την ισχύ και δύναμη αφενός αυτού τού Τιμούρ μπέη και αφετέρου τού Τούρκου σουλτάνου Γιλντιρίμ και να σημειώσουν τον αριθμό εκείνων που ακολουθούσαν και το πλήθος αυτών των ανθρώπων, που κάθε παράταξη μπορούσε να οδηγήσει στο πεδίο τής μάχης εναντίον τού αντιπάλου της, αναφέροντας έτσι ποια από τις δύο παρατάξεις ήταν πιο πιθανό να νικήσει στη μεταξύ τους σύγκρουση.

Ο πρεσβευτής τού Τιμούρ στον Ερρίκο Γ’ Καστίλλης και Λεόν

Συνέβη ύστερα από αυτή τη μάχη τής Άγκυρας ν΄ αντιληφθεί ο άρχοντας Τιμούρ την παρουσία αυτών των πρεσβευτών, δηλαδή των εν λόγω Πάγιο και Ερνάν Σάντσεζ και τρέφοντας σεβασμό για τον βασιλιά τής Καστίλλης, τούς απέδωσε μεγάλες τιμές, παίρνοντάς τους μαζί του στον συρμό του και φιλοξενώντας τους πολύ ευγενικά. Στη συνέχεια, μαθαίνοντας από αυτούς όλες τις λεπτομέρειες για τη δύναμη εκείνου τού υψηλού και ισχυρού άρχοντα, τού βασιλιά τής Καστίλλης, καθώς και για τη μεγάλη εκτίμηση στην οποία τον είχαν οι άλλοι βασιλιάδες τής Χριστιανοσύνης, τούς ανέθεσε να πάνε πολλά δώρα του στον άρχοντά τους τον βασιλιά, για να κερδίσει τη φιλία του. Έτσι, λίγο μετά τη μεγάλη νίκη του στη μάχη τής Αγκύρας, ο Τιμούρ αποφάσισε να στείλει δικό του πρεσβευτή στην Καστίλλη, με δική του επιστολή και μεγάλο δώρο, για να δείξει ιδιαίτερα τη φιλία του. Αυτός ο [Τάταρος] πρεσβευτής ήταν ένας Τσαγκατάι ευγενής που ονομαζόταν Χατζή Μουχάμαντ,22 ο οποίος είχε στην κατοχή του την επιστολή τού Τιμούρ με τα δώρα που στέλνονταν από αυτόν στον βασιλιά μας. Ερχόμενος στην Ισπανία, στην αυλή τού βασιλιά Ερρίκου, ο πρεσβευτής παρέδωσε στην υψηλότητά του όλα όσα τού είχε εμπιστευτεί ο Τιμούρ μπέης, δηλαδή την επιστολή, τα δώρα και τα κοσμήματα, καθώς και τις γυναίκες,23 τις οποίες τώρα ο Τιμούρ έστελνε πίσω στην Ισπανία για ασφαλή φύλαξη.24 Τότε ο βασιλιάς Ερρίκος, έχοντας λάβει αυτή την επιστολή και τα δώρα και έχοντας μάθει τον σκοπό για τον οποίο τού είχε γράψει ο Τιμούρ σε αυτή την επιστολή καθώς και στο μήνυμα που έφερνε ο πρεσβευτής του, έχοντας επίσης μάθει για τη μεγάλη αγάπη που έτρεφε ο Τιμούρ γι’ αυτόν, αποφάσισε από την πλευρά του να στείλει δεύτερη πρεσβεία με δώρα, έτσι ώστε ν΄ αυξήσει την αγάπη που υπήρχε μεταξύ τού ιδίου και τού Τιμούρ μπέη.

Η πρεσβεία τού Ερρίκου Γ’ Καστίλλης και Λεόν στον Τιμούρ

Ο βασιλιάς μας λοιπόν προχώρησε να διορίσει ως απεσταλμένους του στη νέα πρεσβεία αυτούς τούς τρεις, δηλαδή τον αδελφό Αλφόνσο Παέθ ντε Σάντα Μαρία,25 που ήταν δάσκαλος τής Θεολογίας, τον Ρούι Γκονζάλες ντε Κλαβίχο26 και τον Γκόμεζ ντε Σαλαζάρ27 τής βασιλικής του φρουράς. Η υψηλότητά του ανέθεσε σε αυτούς την επιστολή του και τα ηγεμονικά του δώρα. Επειδή αυτή η πρεσβεία ήταν πολύ επίπονη και στελνόταν σε πολύ μακρινές χώρες, μού φάνηκε απαραίτητο και κατάλληλο, κατά την περιγραφή των περιοχών από τις οποίες περάσαμε, ν΄ αναφερθούν γραπτώς όλοι οι τόποι που επισκεφθήκαμε, μαζί με όλα τα γεγονότα που μάς συνέβησαν τότε και εκεί. Γιατί τα πράγματα αυτά, αν γραφούν έτσι, εξιστορηθούν και γίνουν γνωστά, με τον καλύτερο δυνατό τρόπο που μπορούμε, δεν θα πέσουν στη λήθη και δεν θα χαθούν. Στο όνομα λοιπόν τού Θεού, στα χέρια τού οποίου βρίσκονται τα πάντα, και προς τιμήν τής πολύ ευλογημένης Παρθένου Μαρίας, τής μητέρας του, άρχισα να γράφω αυτή την περιγραφή από την ημέρα που εμείς οι πρεσβευτές φτάσαμε στο Πουέρτο ντε Σάντα Μαρία, απέναντι από το Κάντιθ. Εδώ σκοπεύαμε να επιβιβαστούμε σε καραβέλα,28 με την οποία θα αποπλέαμε. Μαζί μας, επιστρέφοντας στην πατρίδα του, ήταν εκείνος ο πρεσβευτής από τον άρχοντα Τιμούρ που είχε σταλεί στον βασιλιά μας, όπως ήδη αναφέρθηκε πιο πάνω.

Ο Κλαβίχο και οι σύντροφοί του ξεκινούν για την Κωνσταντινούπολη

Τη Δευτέρα 21 Μαΐου τού έτους 1403 τού Κυρίου μας, εμείς οι πρεσβευτές, όπως προαναφέρθηκε, φτάσαμε στο λιμάνι Πουέρτο ντε Σάντα Μαρία και την ίδια εκείνη μέρα στείλαμε κάποιες προμήθειες, που είχαμε φέρει μαζί μας, να μεταφερθούν στην απέναντι πλευρά [του κόλπου τού Κάντιθ] και να φορτωθούν στην καραβέλα, με την οποία επρόκειτο ν΄ αποπλεύσουμε. Οι προμήθειες αυτές ήσαν επιπλέον εκείνων που είχαν ήδη σταλεί με ευθύνη κάποιου από τούς υπηρέτες μας και που είχαν ήδη φορτωθεί στο πλοίο προερχόμενες από τη Σεβίλλη και το Χερέθ.29 Την επόμενη μέρα, την Τρίτη 22 Μαΐου, μπήκαμε λοιπόν σε βάρκα, ενώ μαζί μας μπήκαν ο κύριος Χουλιάν Θεντούριο,30 ο καπετάνιος εκείνης τής καραβέλας με την οποία θα ταξιδεύαμε όλοι μαζί. Περάσαμε τον κόλπο απέναντι, στο λιμάνι Λας Μουέλας που βρίσκεται στο Κάντιθ, όπου ήταν αγκυροβολημένη η καραβέλα. Στη συνέχεια την Τετάρτη, την επόμενη μέρα, αποπλεύσαμε με την καραβέλα, αφήνοντας τις ακτές τής Ισπανίας με καιρό ευνοϊκό, ενώ τη νύχτα βρισκόμασταν στα ανοιχτά τού ακρωτηρίου Σπαρτέλ. Την Πέμπτη το πλοίο βρισκόταν απέναντι από την Ταγγέρη και τα βουνά στην ακτή τής Μπαρμπαριάς. Από εκεί προχώρησε απέναντι προς την Ταρίφα και τη Χιμένα και αφού πέρασε τη Θέουτα ήρθε στο Αλγεθίρας και το Γιβραλτάρ και ύστερα στη Μαρμπέλλα. Περνώντας από όλες αυτές τις ακτές ταξιδεύαμε τόσο κοντά, που μπορούσαμε να δούμε καθαρά τις πόλεις που βρίσκονταν στους πρόποδες τής οροσειράς, η οποία εδώ περιβάλλει τα στενά, γιατί εκείνη την ίδια μέρα βρισκόμασταν απέναντι από τούς λόφους που ήσαν γνωστοί ως Σιέρρα ντε λα Φι.

Μάλαγα, Ίμπιζα, Γκαέτα και βασιλιάς Λαντίσλαο

Την Παρασκευή 25 Μαΐου, όταν ξημέρωσε, βρισκόμασταν στα ανοιχτά τής Μάλαγα31 και αγκυροβολήσαμε σε αυτό το λιμάνι. Το πλοίο παρέμεινε εκεί μέχρι την επόμενη Τρίτη, επειδή ο καπετάνιος έπρεπε ν΄ αποβιβάσει κάποια πιθάρια με λάδι και άλλα εμπορεύματα. Η πόλη τής Μάλαγα βρίσκεται στην πεδιάδα και δίπλα στη θάλασσα. Μέσα στο κύκλωμα τής πόλης υπάρχει ένα κομμάτι στεριάς που προεξέχει μέσα στη θάλασσα, όπου είναι χτισμένο ψηλό κάστρο που στέκεται πάνω σε ανάχωμα και το σύνολο περικλείεται από διπλό τείχος. Έξω από την πόλη υπάρχει άλλο κάστρο, μεγαλύτερο σε μέγεθος και ύψος, το οποίο είναι γνωστό ως Αλκαθάμπα,32 ενώ από αυτό το εσωτερικό κάστρο μέχρι το εξωτερικό εκτείνονται διπλά τείχη που τρέχουν συνεχώς το ένα δίπλα στο άλλο. Κάτω και έξω από την πόλη, εκεί όπου άλλο ακρωτήριο προεξέχει μέσα στη θάλασσα, υπάρχουν τα ναυπηγεία και ο ναύσταθμος. Πέρα από αυτά ξεκινά πάλι κυκλωτικό τείχος, που απομακρύνεται από το μέτωπο τής θάλασσας και έχει πολλούς πύργους στο κύκλωμά του. Αυτό το τείχος περιβάλλει πολλά ωραία περιβόλια οπωροφόρων που ανήκουν στην πόλη. Πέρα από αυτά τα περιβόλια, μακριά στο πίσω μέρος, υψώνεται ψηλή οροσειρά, στις πλαγιές τής οποίας βρίσκονται πολλές αγροικίες με αμπέλια και οπωρώνες. Κατά μήκος τής παραλίας, ανάμεσα στη θάλασσα και το τείχος τής πόλης, έχουν χτιστεί αποθήκες εμπορευμάτων, ενώ η ίδια η πόλη είναι πολύ πυκνοκατοικημένη.

Την επόμενη Τετάρτη 30 Μαΐου η καραβέλα απέπλευσε από τη Μάλαγα, προχωρώντας κοντά στην ακτή, κάτω από τη λοφοσειρά, οι πλαγιές τής οποίας καλύπτονταν από αμπελώνες, οπωροφόρα δέντρα και καλαμπόκι. Στη συνέχεια ήρθαμε στο Βελέζ Μάλαγα, κάστρο χτισμένο ψηλά στην πλαγιά τού βουνού, ενώ ύστερα περάσαμε το Αλμουνιέθαρ, πόλη που βρισκόταν δίπλα στην ακτή τής θάλασσας, ενώ όταν νύχτωσε, βλέπαμε την οροσειρά τής Σιέρρα Νεβάδα και ταξιδεύαμε κάτω από αυτήν. Την επόμενη μέρα, την Πέμπτη, το πλοίο βρισκόταν απέναντι από το ακρωτήριο Πάλος, στα ανοιχτά τής Καρθαγένης, ενώ την Παρασκευή περάσαμε το ακρωτήριο Μάρτιν, στη βάση μεγάλης οροσειράς που βρίσκεται στην επαρχία τής Καταλωνίας.33 Το Σάββατο την αυγή βρισκόμασταν απέναντι από ακατοίκητο νησί που ονομάζεται Φορμεντέρα και ήδη βλέπαμε το νησί τής Ίμπιζα, φτάνοντας στο οποίο περάσαμε εκεί όλο αυτό το Σάββατο, καθώς και την επόμενη Κυριακή, Δευτέρα και Τρίτη, παραμένοντας ακίνητοι στην ακτή και μη μπορώντας να κυκλώσουμε το ακρωτήριο για να φτάσουμε στο λιμάνι, επειδή ο άνεμος ήταν συνεχώς αντίθετος. Όμως τη νύχτα εκείνης τής Τρίτης φτάσαμε επιτέλους στο λιμάνι [τής Ίμπιζα] και η μέρα εκείνη ήταν η 5η Ιουνίου. Εδώ ο καπετάνιος ξεφόρτωσε μεγάλο φορτίο που είχε φέρει και ανέβασε στο πλοίο άλλο φορτίο, φορτώνοντάς το με αλάτι, ενώ το πλοίο βρισκόταν εδώ από την Τρίτη τής άφιξής μας, όλη την Τετάρτη, Πέμπτη και Παρασκευή, μη μπορώντας να φύγει, γιατί φυσούσε αντίθετος άνεμος. Μάλιστα μόλις την Τετάρτη 13 Ιουνίου καταφέραμε ν΄ αποπλεύσουμε. Αλλά τότε και τις δύο επόμενες ημέρες, Πέμπτη και Παρασκευή, έπεσε κάλμα, με αποτέλεσμα να προχωρήσουμε πολύ λίγο.

Η Ίμπιζα είναι μικρό νησί, με μήκος πέντε λεύγες και πλάτος τρεις.34 Τη μέρα που έφτασε το πλοίο στο νησί, οι τρεις πρέσβεις αποβιβαστήκαμε και ο κυβερνήτης, ο οποίος είναι υπεύθυνος, όντας εκεί διορισμένος από τον βασιλιά τής Αραγωνίας, διέταξε να ετοιμαστεί αμέσως κατάλυμα για εμάς. Επίσης έστειλε ανθρώπους και άλογα για να μάς μεταφέρουν πάνω στην πόλη. Ολόκληρο το νησί είναι μάζα ψηλών βουνών, με τις χαμηλότερες πλαγιές να καλύπτονται από πευκοδάση. Η κύρια πόλη είναι πολύ πυκνοκατοικημένη και βρίσκεται πάνω σε μεγάλο λόφο που έχει θέα προς τη θάλασσα. Η πόλη περιβάλλεται από τρία τείχη, ενώ στο διάστημα ανάμεσα σε κάθε ζεύγος έχουν χτίσει πολλά σπίτια. Στην κορυφή τού λόφου μέσα στην πόλη, στο σημείο πάνω από τη θάλασσα, υπάρχει κάστρο με ψηλούς πύργους και περιμετρικό τείχος, ενώ απέναντι από το κάστρο βρίσκεται η εκκλησία που έχει πολύ ψηλό πύργο ο οποίος, σαν να λέμε, ταιριάζει με το κάστρο. Πέρα, έξω από την πόλη και το κάστρο, υπάρχει κι άλλο εξωτερικό τείχος τής πόλης. Σε όλο το νησί τής Ίμπιζα υπάρχουν πολλές αλυκές όπου παράγεται πολύ αλάτι, εξαιρετικής ποιότητας. Το μαζεύουν στο τέλος τής καλοκαιρινής περιόδου. Παράγεται από την εξάτμιση τού θαλασσινού νερού που έχουν αφήσει να μπει στις αλυκές. Αυτές οι αλυκές προσφέρουν καλό εισόδημα, γιατί κάθε χρόνο έρχονται πολλά πλοία από την Ανατολική Μεσόγειο και παίρνουν φορτία αυτού τού αλατιού. Μέσα στα όρια τής πόλης υπάρχει πύργος, στον οποίο υπάρχουν πολλοί θάλαμοι. Είναι γνωστός ως Πύργος τού Αβιτσέννα,35 επειδή λένε ότι ο Αβιτσέννα ήταν ντόπιος αυτού τού νησιού τής Ίμπιζα. Στα τείχη τής πόλης και στους πύργους τους μπορεί να δει κανείς πολλά σημάδια από τις μπάλες κανονιών που εκτόξευσε ο εκλιπών βασιλιάς Δον Πέδρο Δ’ τής Αραγωνίας36 εναντίον αυτού τού τόπου, όταν πολιορκούσε το νησί.37

Το επόμενο Σάββατο, που ήταν 16 Ιουνίου, βρεθήκαμε στις τρεις το απομεσήμερο να πλέουμε δίπλα στην ακτή τού νησιού τής Μαγιόρκα, μάλιστα τόσο κοντά, που μπορούσαμε να βλέπουμε καθαρά τον κόσμο στην ύπαιθρο, ενώ την επόμενη Κυριακή περνούσαμε έξω από νησί που ονομάζεται Καμπρέρα, όπου υπάρχει μικρό κάστρο. Τη Δευτέρα και την Τρίτη προχωρήσαμε πολύ λίγο, επειδή ο άνεμος ήταν ασθενής, αλλά την Τετάρτη βρισκόμασταν στα ανοιχτά τού νησιού τής Μινόρκα και πλέοντας από εκεί μπαίναμε στον κόλπο τής Λυών.38 Πέμπτη, Παρασκευή και Σάββατο διασχίζαμε εκείνο τον κόλπο και εκμεταλλευόμασταν τον καλό καιρό, με αποτέλεσμα την Κυριακή, που ήταν η μέρα τής γιορτής τού Αγίου Ιωάννη,39 να φτάσουμε σε νησί που ονομάζεται Λινέρα,40 το οποίο υπάγεται στον αντιβασιλέα τής Αραγωνίας.41 Τη Δευτέρα το πρωί βρεθήκαμε να πλέουμε στο στενό μεταξύ των δύο νησιών, τής Κορσικής και τής Σαρδηνίας. Στο νησί τής Κορσικής υπάρχει κάστρο που φέρει το όνομα Μπονιφάτσιο,42 το οποίο ανήκει σε κάποιον Γενουάτη άρχοντα. Απέναντι, στο νησί τής Σαρδηνίας, υπάρχει άλλο κάστρο που ονομάζεται Λονγκοσάρντο43 και ανήκει στους Καταλανούς.44 Τα δύο αυτά κάστρα στα νησιά τής Κορσικής και τής Σαρδηνίας στέκονται στην ακτή το ένα απέναντι στο άλλο, σαν να φρουρούν τον πορθμό ο οποίος, χωρίζοντας αυτά τα νησιά, είναι πολύ στενός και επικίνδυνος για τη ναυσιπλοΐα. Το πέρασμα αυτό είναι γνωστό ως Στόμιο ή Πορθμός τού Μπονιφάτσιο.

Την Τρίτη, την επόμενη μέρα, ταξιδεύαμε κοντά σε νησί που ονομάζεται Πόντσα.45 Σήμερα είναι ακατοίκητο, αν και στο παρελθόν ζούσαν άνθρωποι σε αυτό, γιατί υπήρχαν εδώ δύο μοναστήρια, πέρα από πολλά υπέροχα κτίρια που αποδίδονται στον ποιητή Βιργίλιο. Στην ηπειρωτική χώρα, στα αριστερά καθώς κατεβαίναμε αφήνοντας το νησί στα δεξιά, είδαμε ψηλή οροσειρά που λεγόταν Μόντε Κασσίνο.46 Εδώ μπορεί να δει κανείς το κάστρο που ονομάζεται Σαν Φελίτσε και ανήκει στον βασιλιά Λαντίσλαο.47 Πέρα από αυτό το πέρασμα προς νότο είδαμε κι άλλη οροσειρά κοντά στην ακτή, ενώ στη συνέχεια εμφανιζόταν στις παρυφές της η πόλη τής Τερρατσίνα, που ανήκει στην επικράτεια τής Ρώμης, αφού απέχει δώδεκα μόνο λεύγες από εκείνη την πρωτεύουσα.48 Ανάμεσα στα σπίτια τής πόλης τής Τερρατσίνα και την ακτή τής θάλασσας υπήρχαν πολλά περιβόλια, ενώ ανάμεσα σε κάποια ψηλά δέντρα φαίνονταν τα κτίρια μοναστηριού καλογριών, αλλά όλες τις καλόγριες τις είχαν πάρει αιχμάλωτες οι Μαυριτανοί τής Μπαρμπαριάς. Την Τετάρτη συνεχίσαμε το ταξίδι μας και την επόμενη μέρα, που ήταν Πέμπτη,49 φτάσαμε την ώρα που νύχτωνε στο λιμάνι τής Γκαέτα. Εδώ βρήκαμε ότι μπορούσαμε ν΄ αγκυροβολήσουμε τόσο κοντά στην ακτή, που ήταν δυνατόν να ρίξουμε μέχρι το τείχος τής πόλης μια ξύλινη σκάλα, από την οποία αποβιβαστήκαμε. Βγαίνοντας στη στεριά, εμείς οι πρεσβευτές αναλάβαμε καταλύματα σε ξενώνα κοντά στην εκκλησία τού Σαν Φρανσίσκο έξω από την πόλη, ενώ η καραβέλα παρέμεινε εδώ για τις δεκαέξι επόμενες ημέρες, καθώς ο καπετάνιος ξεφόρτωνε φορτία που στέλνονταν σε κάποιους εμπόρους τού λιμανιού, ενώ στη συνέχεια φόρτωνε στη θέση τους ελαιόλαδο.

Η πόλη τής Γκαέτα είναι πολύ ωραία, όπως και το λιμάνι της, αν και αυτό είναι στενό, αλλά πιο μέσα διευρύνεται. Γύρω από την πόλη υπάρχουν ψηλοί λόφοι, πάνω στους οποίους είναι χτισμένα πολλά κάστρα και όμορφα σπίτια, όπου όλα στέκονται μέσα στους δικούς τους οπωρώνες. Στα αριστερά, όπως μπαίνει κανείς στο λιμάνι, φαίνεται ψηλός λόφος, στεφανώνοντας την κορυφή τού οποίου υπάρχει κάστρο, που είναι παρατηρητήριο και λένε ότι χτίστηκε από τον Ρόλαντ50 και γι’ αυτό ονομάζεται Πύργος τού Ορλάντο.51 Πίσω από αυτόν τον λόφο υπάρχει άλλος γειτονικός, πάνω στον οποίο είναι χτισμένα τα σπίτια τής πόλης, που στέκονται το ένα κάτω από το άλλο μέχρι τα νερά τού λιμανιού. Από εκεί τα σπίτια εκτείνονται σε όλη την παραλία, μέχρι πέρα, στο τείχος τής πόλης, πάνω στο οποίο τινάζονται τα κύματα τής θάλασσας. [Πάνω από την είσοδο στο λιμάνι και εκεί όπου σε κάθε πλευρά] το τείχος τελειώνει, υψώνονται δύο πύργοι, με τα θεμέλιά τους στο νερό, ενώ η απόσταση από τον ένα πύργο μέχρι τον άλλο είναι τόση, όση η απόσταση στην οποία ένας καταπέλτης μπορεί να ρίξει το βλήμα του. Όταν χρειάζεται, τεντώνουν μια αλυσίδα από τον ένα πύργο στον άλλο, πίσω από την οποία οι γαλέρες και άλλα πλοία μπορούν να βρίσκονται με ασφάλεια σε καιρό πολέμου. Στο ύψωμα που περνάει ανάμεσα στον λόφο στον οποίο είναι χτισμένα τα σπίτια τής πόλης και στον γειτονικό λόφο τού Πύργου τού Ορλάντο, έχει υψωθεί άλλος πύργος, με πολλούς ψηλούς πυργίσκους και επάλξεις, ως πέτασμα που τον ενώνει με τα τείχη τού Πύργου τού Ορλάντο. Με αυτή την οχύρωση η πόλη προστατεύεται από την πλαγιά τού λόφου της, ενώ με αυτόν τον τρόπο ο λόφος τού Πύργου τού Ορλάντο φρουρείται επίσης από επιθέσεις.

Η Γκαέτα είναι επίσης καλά προστατευμένη από τη θάλασσα, γιατί τα νερά κυκλώνουν το ακρωτήριο και από τις δύο πλευρές. Δεν φοβούνται σε καιρό πολέμου, γιατί από τα υψώματα τής πόλης μπορούν να κατασκοπεύουν εχθρικά πλοία και να τα εμποδίζουν να μπουν στο λιμάνι. Δίπλα στις οχυρώσεις τής πόλης έχει χτιστεί κι άλλο τείχος, που εκτείνεται για κάποιο μήκος μπροστά στο θαλάσσιο μέτωπο, περικλείοντας μέσα στο κύκλωμά του έναν ψηλό λόφο κι έτσι το τείχος αυτό κοιτάζει από δύο πλευρές προς τα νερά τής θάλασσας. Ο λόφος αυτός καλύπτεται από αμπελώνες, οπωρώνες και ελαιώνες. Δίπλα και μέσα από το τείχος, που συνδέει αυτόν τον λόφο με τις οχυρώσεις τής πόλης, τρέχει μια ευθεία, στις δύο πλευρές τής οποίας είναι χτισμένα σπίτια και καταστήματα. Από τη μία πλευρά, δίπλα σε αυτόν τον δρόμο, υπάρχει εκκλησία που λατρεύεται πολύ από τον λαό και φέρει το όνομα τής Παναγίας τού Ευαγγελισμού, ενώ απέναντι, από την άλλη πλευρά τού δρόμου, υπάρχει άλλη εκκλησία, εκείνη τού Αγίου Αντωνίου. Εδώ, συνδεδεμένο με την εκκλησία τής Παναγίας, είναι το όμορφο μοναστήρι τού Αγίου Φραγκίσκου. Στο πέρα τέλος αυτού τού δρόμου, για τον οποίο μιλάμε τώρα, το τείχος προστασίας ανηφορίζει την πλαγιά τού λόφου, προχωρώντας πέρα και κάτω στην ακτή από την άλλη πλευρά, όπου στο πίσω μέρος εσωκλείει εντελώς εκείνον τον λόφο. Αυτό το μακρύ τείχος οχύρωσης χτίστηκε ώστε, σε καιρό πολέμου, να μη μπορεί ν΄ αποβιβαστεί εδώ κανένα εχθρικό πλοίο και έτσι να μπορεί η πόλη να παραμένει ασφαλής από εκπλήξεις.

Στο σημείο όπου το εξωτερικό αυτό τείχος, περικλείοντας τις πλαγιές τού λόφου, ενώνεται με το τείχος τής πόλης τής Γκαέτα, βρίσκεται ο ναός τής Αγίας Τριάδας, κοντά στον οποίο υπάρχουν διάφοροι πύργοι, καθένας σαν φρούριο, που προστατεύουν τα γειτονικά σπίτια. Όχι μακριά από αυτή την εκκλησία υπάρχει σπήλαιο στην κορυφή τού λόφου, το οποίο μοιάζει σαν να έχει σκαφτεί τεχνητά. Είναι όμως φυσικό, ενώ το άνοιγμα στην πλευρά τού λόφου έχει ύψος δέκα περίπου οργιές52 και στη συνέχεια διεισδύει προς τα κάτω για πενήντα βήματα, με το πέρασμα τόσο στενό, που μπορεί να περάσει κάθε φορά μόνο ένας άνθρωπος. Στο πέρα άκρο υπάρχει το κελί ενός ερημίτη, που έχει το όνομα τού Τιμίου Σταυρού και ονομάζεται Σάντα Κρουζ. Μάς είπαν ότι υπάρχουν έγγραφα που σώζονται στην πόλη τής Γκαέτα, τα οποία αναφέρουν ότι αυτό το σπήλαιο άνοιξε από μόνο του την ημέρα ακριβώς που πέθανε ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός.

Το εξωτερικό τείχος τής πόλης για την οποία μιλάμε περικλείει μεγάλο αριθμό όμορφων οπωρώνων, τούς οποίους καταλαμβάνουν φυτείες με πορτοκαλιές, λεμονιές και κιτριές, καθώς και αμπελώνες και ελαιόδεντρα. Εδώ υπάρχουν πολλά εξοχικά σπίτια στεγαζόμενα με ταράτσες και το σύνολο είναι πολύ όμορφο για τον παρατηρητή. Στη συνέχεια, εκτεινόμενος πέρα από αυτό το εξωτερικό τείχος τής πόλης, ξεκινά μακρύς δρόμος με σπίτια, που τρέχει κατά μήκος τής παραλίας με όμορφα κτίρια και πολλά παλάτια. Όλα αυτά βρίσκονται μέσα στους οπωρώνες τους, οι οποίοι αρδεύονται από τα ορεινά ρέματα που κυλούν εδώ. Αυτός ο δρόμος διατρέχει όλο τον κόλπο πηγαίνοντας πίσω από την πόλη και στην άλλη του άκρη βρίσκεται η κωμόπολη που ονομάζεται Μόλα,53 η οποία απέχει δύο μόλις λεύγες από την πόλη Γκαέτα. Όλο το μήκος αυτής τής ευθείας με σπίτια είναι καλά κτισμένο, πλακόστρωτο σε όλη του την έκταση, ενώ από πάνω του υψώνεται η πλαγιά τού λόφου, την οποία καταλαμβάνουν επίσης πολλά αγροκτήματα και χωριά. Στεκόμενος στην πόλη τής Γκαέτα μπορεί κανείς να δει και να θαυμάσει αυτή την καλά κατοικημένη ύπαιθρο, που αποτελεί πραγματικό θαύμα ομορφιάς και πλούτου. Κατά τη διάρκεια τής καθυστέρησης τού πλοίου μας στη Γκαέτα, πήγαμε να δούμε όλα αυτά τα μέρη, για τα οποία μιλήσαμε, ενώ επισκεφθήκαμε πέρα από την πόλη τής Μόλα μια άλλη πόλη με ψηλό κάστρο. Μάλιστα υπήρχαν πολλά άλλα τέτοια μέρη γύρω και κοντά στις πλαγιές των λόφων που κατεβαίνουν από την οροσειρά, στους πρόποδες των οποίων, επί τού ακρωτηρίου, βρίσκεται η πόλη Γκαέτα. Τέλος στη δεξιά πλευρά τής εισόδου στο λιμάνι είναι χτισμένος πολύ ψηλός πύργος για θέα και είναι γνωστός ως Πύργος Καριλιάνο.54

Όλες αυτές οι πόλεις και τα εδάφη ανήκαν κάποτε στον κόμη τού Φόντι,55 αλλά τώρα αποτελούν τμήμα τής ηγεμονίας τού βασιλιά Λαντίσλαο,56 ο οποίος τα απέκτησε ύστερα από τον πόλεμό του με τον βασιλιά Λουδοβίκο.57 Τα σπίτια στην πόλη τής Γκαέτα είναι πολύ όμορφα και είναι χτισμένα το ένα κάτω από το άλλο, κατεβαίνοντας την πλαγιά τού λόφου μέχρι τα νερά τού λιμανιού. Έχουν όλα ψηλά παράθυρα που βλέπουν προς τη θάλασσα. Η καλύτερη συνοικία τής πόλης είναι εκείνη τού κύριου δρόμου, που τρέχει δίπλα στην παραλία και στο επίπεδό της. Οι άλλοι δρόμοι είναι στενοί και φτιαγμένοι ψηλά, απότομοι και δύσκολοι να τούς περπατήσει κανείς. Στον κεντρικό δρόμο υπάρχει μεγάλη επιχειρηματική κίνηση, ενώ όλο τον χρόνο το εμπόριο εδώ είναι σταθερό. Την εποχή που ο βασιλιάς Λαντίσλαο διεξήγαγε πόλεμο εναντίον τού βασιλιά Λουδοβίκου, είχε χάσει ολόκληρο το βασίλειο τής Νάπολης, όλο εκτός από την ίδια την πόλη τής Γκαέτα. Από τη Γκαέτα τελικά εξόρμησε, με αποτέλεσμα να κατακτήσει και να πάρει πίσω το βασίλειο τής Νάπολης. Ενώ ο βασιλιάς Λαντίσλαο ζούσε στην πόλη τής Γκαέτα και ήταν εκεί παντρεμένος με τη λαίδη Κωνσταντία,58 κόρη τού Μάνφρεντ, τού άρχοντα τού Κιαραμόντε,59 την απομάκρυνε και ύστερα την πάντρεψε60 με έναν δικό του υποτελή, τον γιο τού κυρίου Λουδοβίκου τής Κάπουα.61 Λέγεται επίσης ότι ο βασιλιάς Λαντίσλαο σε εκείνη την εκκλησία, την οποία αναφέραμε παραπάνω και ονομάζεται Αγία Τριάδα, ήταν ο ίδιος παρών σε αυτόν τον γάμο62 και τούς έπιασε από τα χέρια παρουσία μεγάλης συνάθροισης τού λαού του, που είχε μαζευτεί εκεί, για να τούς ενώσει σε γάμο, ενώ ο ίδιος ξεκίνησε την τελετή. Επίσης ότι το απόγευμα εκείνων των γάμων ο βασιλιάς Λαντίσλαο, παίρνοντας το χέρι εκείνης τής κυρίας, που ήταν ή είχε υπάρξει σύζυγός του, χόρευε μαζί της δημόσια. Αργότερα, λένε, εκείνη συνήθιζε να μιλά με ανοιχτά σκανδαλώδη τρόπο για πολλά άθλια ζητήματα, φωνάζοντας δυνατά στον δρόμο και στην αγορά. Ο βασιλιάς Λαντίσλαο τα είχε μάλιστα κάνει όλα αυτά με τη συμβουλή τής βασίλισσας Μαργαρίτας, τής μητέρας του,63 ενώ ύστερα παντρεύτηκε τη λαίδη Μαίρη, που ήταν αδελφή τού βασιλιά τής Κύπρου.64 Από την πρώτη του σύζυγο, την προαναφερθείσα λαίδη Κωνσταντία, με την οποία έζησε παντρεμένος μόνο για ενάμιση χρόνο, ο βασιλιάς δεν είχε παιδιά, αν και αυτή η κυρία από τον δεύτερο σύζυγό της65 έχει κάνει πολλούς γιους. Αλλά ο βασιλιάς Λαντίσλαο έχει επίσης μια αδελφή, η οποία ονομάζεται λαίδη Ιωάννα,66 είναι παντρεμένη με τον δούκα Στυρίας και Μπάμπενμπεργκ67 και λέγεται ότι είναι πολύ όμορφη γυναίκα.

Καταιγίδα. Άφιξη στη Μεσσίνα

Την Παρασκευή 13 Ιουλίου η καραβέλα απέπλευσε το μεσημέρι και αφήνοντας τη Γκαέτα συνέχισε την πορεία της. Το Σάββατο πέρασε δίπλα από νησί που ονομάζεται Ίσκια68 και από άλλο που ονομάζεται Πρότσιντα.69 Είναι και τα δύο ακατοίκητα. Την ίδια ημέρα πλησιάσαμε και τρίτο νησί, που είναι κατοικημένο και ονομάζεται Κάπρι,70 αποτελώντας μέρος τής επικράτειας τής Νάπολης. Υπάρχει εδώ όμορφη πόλη. Ήμασταν δίπλα σε ακρωτήριο τής ενδοχώρας που ονομάζεται ακρωτήριο Μινέρβα,71 ενώ στη συνέχεια περάσαμε από δυο λόφους, βλέποντας ανάμεσά τους μια πόλη που είναι γνωστή ως Αμάλφι.72 Σε αυτούς τούς λόφους μπορεί επίσης να δει κανείς διάφορα κάστρα, ενώ μάθαμε ότι στην πόλη τού Αμάλφι φυλάσσεται η κάρα τού Αγίου Ανδρέα.73 Την ίδια μέρα, το Σάββατο, την ώρα τού εσπερινού, είδαμε, σαν να έρχονταν από τον καθαρό ουρανό, δύο μεγάλα σκούρα σύννεφα, που κατεβαίνοντας πλησίαζαν τη θάλασσα.

Image

Χάρτης 2: Βαλεαρίδες, Γκαέτα, Αιόλια νησιά, Σικελία

Αμέσως η θάλασσα σηκώθηκε για να τα συναντήσει με βίαιο, ορμητικό θόρυβο, ενώ τα σύννεφα εξερράγησαν σε σίφουνα. Ο ουρανός σκοτείνιασε και γέμισε εντελώς με σύννεφα. Αλλά εμείς στην καραβέλα παραμέναμε σε απόσταση, όσο το δυνατόν μεγαλύτερη, γιατί αν αυτοί οι σίφουνες μάς είχαν πιάσει, σίγουρα θα είχαμε βυθιστεί.

Την επόμενη μέρα, που ήταν Κυριακή, προχωρούσαμε ανάμεσα σε δύο ακατοίκητα νησιά, που ήσαν επίπεδα, χωρίς λόφους και ονομάζονταν Αλικούντι74 και Φιλικούντι.75 Λίγο πιο πέρα, στην αριστερή πλευρά, ήρθαμε κοντά σε άλλο νησί, που έχει ψηλό βουνό. Το νησί αυτό είναι γνωστό ως Στρόμπολι76 και είναι ηφαίστειο που εκπέμπει φωτιά και καπνό. Εκείνη τη νύχτα είδαμε μεγάλες φλόγες να βγαίνουν από τον κρατήρα με βροντερό θόρυβο. Στα δεξιά μας υπήρχε κι άλλο νησί που ονομάζεται Λίπαρι,77 υποστηρίζει πληθυσμό και ανήκει στην επικράτεια τού βασιλιά Λαντίσλαο. Σε αυτό το νησί φυλάσσεται το πέπλο τής ευλογημένης Αγίας Αγάθης.78 Το Λίπαρι είχε στο παρελθόν ενεργό ηφαίστειο, αλλά με τις προσευχές τής Αγίας Αγάθης έπαψε σύντομα να ξερνά καπνό και φλόγες, ενώ το ίδιο συνέβη και με κάποια γειτονικά νησιά, στα οποία κατά το παρελθόν υπήρχαν ηφαίστεια. Επίσης στις μέρες μας, όταν κάποιο κοντινό νησί αρχίζει να βγάζει φλόγες, φέρνουν εδώ στο Λίπαρι εκείνο το πέπλο σε πομπή, που εμποδίζει την έκρηξη να επεκταθεί στο νησί τους, οπότε σταματά και αυτή η άλλη έκρηξη. Την επόμενη Δευτέρα το πρωί, καθώς πλέαμε κοντά σε κάποια άλλα ακατοίκητα νησιά, τα οποία είναι γνωστά ποικιλοτρόπως ως Σαλίνας79 ή Βολκανέλλο80 και Βολκάνο,81 αντιληφθήκαμε ότι σε όλα αυτά οι κρατήρες ήσαν ενεργοί, γιατί έβγαζαν φλόγες με δυνατό θόρυβο. Στη συνέχεια περάσαμε δίπλα από άλλα δύο νησιά, που είναι ακατοίκητα και ονομάζονται αντίστοιχα Παναρίε82 και Παναρέλλι.83

Την Τρίτη που ακολουθούσε, που ήταν η 17η Ιουλίου, βρισκόμασταν σε μπουνάτσα ανάμεσα στα δύο παραπάνω τελευταία νησιά και δεν μπορούσαμε να προχωρήσουμε, αφού δεν φυσούσε. Εκείνη όμως τη νύχτα, την τρίτη ώρα, καθώς βρισκόμασταν εκεί, άρχισε να φυσάει μεγάλη θύελλα. Ο άνεμος ήταν αντίθετος και μάς ανάγκασε να επιστρέψουμε στην προηγούμενη θέση μας. Η θύελλα κράτησε εκείνη τη νύχτα, ενώ όλη την Τετάρτη που ακολούθησε φυσούσε μανιασμένα κι έτσι το μεσημέρι τα πανιά τής καραβέλας, από την πλώρη μέχρι την πρύμνη, κόπηκαν από τα ξάρτια και ταξιδεύαμε με γυμνά κατάρτια, ευρισκόμενοι σε μεγάλο κίνδυνο. Όλη εκείνη την Τετάρτη, μέχρι δύο ώρες μετά τη δύση τού ηλίου, ο άνεμος φυσούσε, ενώ την ίδια στιγμή οι κρατήρες, ιδιαίτερα εκείνοι στα προαναφερθέντα νησιά Στρόμπολι και Βολκάνο, έβγαζαν φλόγες που τις ύψωνε ψηλά ο άνεμος, με ισχυρή έκρηξη καπνού και φωτιάς και θόρυβο. Κατά τη διάρκεια αυτής τής θύελλας ήρθε ο καπετάνιος τού πλοίου σε εμάς και ζήτησε να ψάλλουμε παρακλήσεις, εμείς και όλο το πλήρωμα, ικετεύοντας για το έλεος τού Θεού. Όταν ψάλλαμε τις προσευχές μας, είδαμε, περιμένοντας να περάσει η θύελλα, ένα φως σαν από κερί, που εμφανίστηκε στον βραχίονα τού κεντρικού ιστίου και στην κορυφή τού ιστού τής καραβέλας, ενώ άλλο φως έλαμπε στο τέλος τού προβόλου, πάνω από το μπροστινό διαμέρισμα τού πλοίου και πάλι άλλο φως σαν κερί στο ακροκέραιο πάνω από την πρύμνη. Όλα αυτά τα φώτα84 τα είδε το πλήρωμα τής καραβέλας, γιατί όλοι κλήθηκαν στο κατάστρωμα για να το πιστοποιήσουν. Οι φωτιές ήσαν ορατές αλλά για μικρό χρονικό διάστημα και στη συνέχεια εξαφανίστηκαν, ενώ όλη αυτή την ώρα η θύελλα συνέχιζε να μαίνεται.

Ύστερα από λίγο εμείς και το πλήρωμα μπήκαμε μέσα για ύπνο, εκτός από τον καπετάνιο και λίγους ναυτικούς, που έπρεπε να προσέχουν. Και ενώ ήσαν όλοι ξύπνιοι, δηλαδή ο καπετάνιος και δύο από τούς ναυτικούς του που ήσαν βάρδια, άκουσαν φωνές σαν από απόσταση, που όμως φαίνονταν να προχωρούν παράλληλα με την καραβέλα, σαν να μιλούσαν άντρες. Ο καπετάνιος ρώτησε τούς άνδρες του αν άκουσαν εκείνες τις φωνές και τού απάντησαν «ναι», ενώ όλη εκείνη την ώρα ο άνεμος τής θύελλας δεν έπαψε να ουρλιάζει. Εκείνη την ίδια ώρα, βλέποντας και πάλι ότι αυτά τα φώτα85 είχαν επιστρέψει όπως προηγουμένως, ο καπετάνιος ζήτησε να σηκωθεί όλο το πλήρωμα τής καραβέλας. Τούς περιέγραψε αυτό που είχε ακούσει ο ίδιος και εκείνοι που βρίσκονταν σε βάρδια. Για κάποιο διάστημα, όπως λέει μια λειτουργία, αυτά τα φώτα παρέμειναν ορατά, ενώ στη συνέχεια χάθηκαν, ύστερα από το οποίο σταμάτησε η θύελλα. Όσο γι’ αυτά τα φώτα, λένε ότι είναι ο αδελφός Πέρο Γκονζάλες τού Τούι,86 στον οποίο κάποιος πρέπει να κάνει τις δεήσεις του όταν χρειάζεται βοήθεια.

Την αυγή τής επόμενης ημέρας βρεθήκαμε ξανά ανάμεσα στα νησιά τα οποία περιγράφηκαν ήδη, ταξιδεύοντας με θέα τής Σικελίας, ελπίζοντας να προχωρήσουμε με ευνοϊκό αεράκι. Αλλά μέχρι την επόμενη Πέμπτη συνεχίζαμε αναγκαστικά να κινούμαστε γύρω από αυτά τα νησιά, γιατί είχε πέσει σχεδόν μπουνάτσα. Όμως την Παρασκευή βρισκόμασταν στα ανοιχτά τής Σικελίας και μπροστά σε πύργο που ονομάζεται Τόρρε ντελ Φάρο.87 Βρίσκεται στο σημείο όπου στρίβεις [κατεβαίνοντας τα στενά] προς τον κόλπο τής Μεσσίνα, όταν κατευθύνεσαι προς αυτό το λιμάνι. Όμως εδώ υπάρχει πάντοτε δυνατό ρεύμα που ξεκινάει από τα στενά και εμείς, έχοντας εκείνη την ώρα πολύ λίγο άνεμο για να μάς σπρώξει προς τα εμπρός, δεν μπορούσαμε να κυκλώσουμε το ακρωτήριο τού Φάρου. Έτσι αποτύχαμε εκείνη την ημέρα να φτάσουμε στο λιμάνι τής Μεσσίνα, ενώ εκείνη τη νύχτα ο άνεμος δυνάμωσε πολύ, οπότε ο πιλότος, που είχε βγει από τη Μεσσίνα για να οδηγήσει την καραβέλα στο λιμάνι, μέσα από τα στενά, διέταξε ν’ ανοίξουμε πανιά και να στρίψουμε προς τα πίσω. Καθώς ξαναβρεθήκαμε απέναντι από τον Πύργο τού Φάρου, η καραβέλα χτύπησε στη στεριά και το πηδάλιο βγήκε από το κουτί του. Μάλιστα σκεφτήκαμε ότι τώρα όλα χάνονταν, αλλά με τον άνεμο να συνεχίζει ελαφρύς και τη θάλασσα να μη φουσκώνει, ύστερα από λίγο καταφέραμε ν΄ απομακρύνουμε την καραβέλα από τα βράχια και να κερδίσουμε έτσι ασφάλεια και θαλάσσιο χώρο. Ρίξαμε αμέσως δύο άγκυρες και παραμείναμε ακίνητοι μέχρι το φως τής ημέρας. Όταν ξημέρωσε, άρχισε η παλίρροια και ξεφύτρωσε ένα αεράκι, ταξιδεύοντας με το οποίο φτάσαμε στο λιμάνι τής Μεσσίνα.88

Αυτός ο Τόρρε ντελ Φάρο βρίσκεται στα στενά απέναντι από την ηπειρωτική Καλαβρία, αφού η θέση του είναι στο [βορειοανατολικό] ακρωτήριο τού νησιού τής Σικελίας, ενώ ο πορθμός εδώ είναι τόσο στενός, που η θάλασσα δεν έχει πλάτος μεγαλύτερο από μία λεύγα.89 Στον Πύργο τού Φάρου τη νύχτα κρατούν συνεχώς αναμμένο το φως, για να μπορούν τα πλοία που περνούν από τα Στενά να βρίσκουν το πέρασμα. Όλη η ύπαιθρος στην πλευρά τής Καλαβρίας, καθώς περνούσαμε κατεβαίνοντας, φαινόταν να είναι καλά καλλιεργημένη και πλούσια σε σιτοχώραφα, με πολλούς οπωρώνες και αμπελώνες. Η πόλη τής Μεσσίνα βρίσκεται δίπλα στη θάλασσα και το τείχος τής πόλης, το οποίο υπερασπίζονται πολλοί ισχυροί πύργοι, υψώνεται πάνω από την ακτή. Τα σπίτια τής πόλης είναι πολύ ωραία φτιαγμένα από πέτρα και είναι ψηλά, έτσι ώστε τα παράθυρα κάθε σπιτιού να έχουν θέα στη θάλασσα που είναι ορατή από εκεί. Ο κύριος δρόμος τής πόλης τρέχει παράλληλα με το θαλάσσιο μέτωπο και η πόλη εδώ έχει πέντε ή έξι πύλες, που ανοίγουν προς την πλευρά τού νερού. Στο ένα άκρο τής πόλης υπάρχουν πολλά ναυπηγεία, ενώ έξω από τα όρια τής πόλης βρίσκεται η Μονή των Μαύρων Αδελφών, γνωστή ως Σαν Σαλβαδόρ, όπου οι μοναχοί κάνουν τις λειτουργίες τους σύμφωνα με το ελληνικό τελετουργικό. Η Μεσσίνα έχει στη μέση της ισχυρό κάστρο.

Άφιξη στη Ρόδο

Την επόμενη Δευτέρα, που ήταν 23 Ιουλίου, αναχωρήσαμε από τη Μεσσίνα και κατεβήκαμε με ευνοϊκό άνεμο την ακτή τής Σικελίας έχοντας στα δεξιά το βουνό και τον κρατήρα Μοντζίμπλε.90 Ύστερα περάσαμε προς την ακτή τής Καλαβρίας, όπου φάνηκε η πόλη που ονομάζεται Ρέτζο.91 Μετά από αυτό, συνεχίζοντας το ταξίδι μας, το πλοίο διέσχισε την είσοδο τού Ενετικού Κόλπου92 όλη την επόμενη Τρίτη, Τετάρτη και Πέμπτη, ενώ το σούρουπο τής Παρασκευής βρισκόταν στα ανοιχτά τής Μεθώνης,93 στην ακτή τής Ελλάδας, πόλης που ανήκε στη Βενετία. Συνεχίζοντας το ταξίδι περάσαμε στα ανοιχτά τού νησιού τής Σαπιέντσα,94 ύστερα περάσαμε το νησί Βενέτικο,95 έπειτα κι άλλο ονομαζόμενο Τσέρνε,96 φτάνοντας τελικά στο ακρωτήριο Σαν Γκάλλο,97 το οποίο κυκλώσαμε. Εδώ μπορούσε επίσης να δει κανείς στην ηπειρωτική χώρα έναν τόπο που ονομάζεται Κορώνη.98 Το επόμενο πρωί, το Σάββατο, βρισκόμασταν ανοιχτά τού ακρωτηρίου Μαρία Ματαπάν,99 ενώ πιο πέρα είναι το ακρωτήριο Σαντ΄ Άντζελο,100 όπου και τα δύο βρίσκονται στην ενδοχώρα που ανήκει στη Βενετία.

Στη συνέχεια, το μεσημέρι το πλοίο βρισκόταν στα ανοιχτά ενός καλά κατοικημένου νησιού που ονομαζόταν Τσιρίγο.11 Περάσαμε ανάμεσα σε αυτό το νησί και ψηλό βράχο που ονομαζόταν Ελ Λόμπο.12 Στο νησί Τσιρίγο είδαμε μικρό κάστρο,13 με πολύ ψηλούς πυργίσκους, που έστεφε ακρωτήριο δίπλα στη θάλασσα. Εδώ, κάτω στην άκρη τής παραλίας, υπήρχε πύργος που φρουρούσε την ανάβαση σε αυτό το κάστρο, ενώ όχι μακριά από εκεί, στην καμπύλη τής ακτής, υπήρχε πεδιάδα κοντά στη θάλασσα, όπου εμφανίζονταν τα απομεινάρια τείχους και ένα κτίριο σε ερείπια. Λένε ότι αυτό σημαδεύει τον τόπο όπου παλιά υπήρχε [ειδωλολατρικός] ναός, με την ιερή του εικόνα την οποία ο Πάρις πέταξε κάτω, τη στιγμή που έφευγε παίρνοντας μαζί του την Ελένη, έχοντας σταλεί από τον πατέρα του, τον βασιλιά Πρίαμο, για να πολεμήσει τούς Έλληνες. Το πλοίο μας, απομακρυνόμενο από το νησί τού Τσιρίγο, προχώρησε ανάμεσα σε τρεις βράχους εδώ, που είναι γνωστοί ως «Τρία, Δύο και Άσσος».14

Image

Χάρτης 3: Από τη Σικελία στη Ρόδο

Την Κυριακή 29 Ιουλίου, την τρίτη ώρα τής ημέρας,15 βρισκόμασταν στα ανοιχτά ακατοίκητου νησιού που ονομάζεται Σέκιλος, το οποίο στεφανώνεται από ψηλές κορυφές στις οποίες αναπαράγονται γεράκια.16 Είχαμε την πρόθεση να περάσουμε με την καραβέλα μεταξύ τού κύριου νησιού και ενός ψηλού βράχου που βρισκόταν κοντά, αλλά το ρεύμα, που ήταν πολύ δυνατό μεταξύ των δύο, μάς έσπρωξε προς τα εμπρός, με αποτέλεσμα να μη μπορέσουμε να στρέψουμε εγκαίρως την πορεία τού πλοίου, σχεδόν οδηγώντας το στη στεριά. Ενώ περνούσαμε έτσι κοντά σε αυτά τα βράχια, κάποια νεαρά γεράκια που φώλιαζαν εκεί ενοχλήθηκαν, βγάζοντας μεγάλη κραυγή. Τότε ο καπετάνιος μας, με ορισμένους εμπόρους που βρίσκονταν στο πλοίο, καθώς και πολλοί άνδρες τού πληρώματος, ανησύχησαν για μια στιγμή τόσο πολύ για τον κίνδυνο τού πλοίου, που είχαν γδυθεί κι ετοιμάζονταν να πέσουν στη θάλασσα, αλλά βλέποντας ότι περάσαμε με ασφάλεια, γιατί ο Θεός αληθινά μάς παραχώρησε απόδειξη τού μεγάλου ελέους Του, όλοι έδειξαν την ευγνωμοσύνη τους.

Τη Δευτέρα το πλοίο βρισκόταν ανάμεσα σε δύο κατοικημένα νησιά που ονομάζονταν Μήλος17 και Αντίμηλος18 και ανήκαν στο δουκάτο τού Αρχιπελάγους αλλά τώρα κατέχονται από τούς Ενετούς και είναι σκεπασμένα από κοπάδια προβάτων. Παραμείναμε ανάμεσα σε αυτά τα νησιά για δύο μέρες λόγω έλλειψης ανέμου. Την Πέμπτη αποπλεύσαμε και βρεθήκαμε στα ανοιχτά τριών άλλων κατοικημένων νησιών, που ανήκαν στο δουκάτο τού Αρχιπελάγους και ονομάζονταν Νιο, 19 Σαντορίνη86 και Χριστιανή.87 Το μεσημέρι βρεθήκαμε στα ανοιχτά νησιού που ονομαζόταν Νάξος,88 είναι πολύ μεγάλο και είναι πρωτεύουσα τού δουκάτου. Την Παρασκευή 3 Αυγούστου, όταν ξημέρωσε, η καραβέλα βρισκόταν στα ανοιχτά κατοικημένου νησιού που ονομάζεται Κάλυμνος89 και καλύπτεται από σιτοχώραφα. Το πλοίο παρέμενε εδώ για λίγο και στη συνέχεια κατευθυνθήκαμε προς το γειτονικό νησί που ονομάζεται Κως,90 οι κάτοικοι τού οποίου προέρχονται από τη Ρόδο, ενώ σταθμεύουν εδώ και ορισμένοι Ιππότες τού Τάγματος τού Αγίου Ιωάννη. Καθώς προχωρούσαμε προς τα κάτω, είχαμε στην αριστερή πλευρά την ενδοχώρα τής τουρκικής ακτής, περνώντας από το νησί που ονομάζεται Νίσυρος91 στα ανοιχτά τού ακρωτηρίου Κριός.92 Αυτό το νησί βρίσκεται τόσο κοντά στην ηπειρωτική χώρα, που δεν τολμήσαμε να περάσουμε από το ενδιάμεσο πέρασμα κατά τη διάρκεια τής νύχτας, φοβούμενοι μήπως βρει η καραβέλα στον πυθμένα. Περιμένοντας λοιπόν να ξημερώσει, περάσαμε και στη συνέχεια ταξιδέψαμε κοντά σε διάφορα άλλα νησιά τής ηγεμονίας τής Ρόδου, που βρίσκονται στα ανοικτά τής τουρκικής ακτής και τα οποία είναι γνωστά ως Επισκοπή,93 Σαν Νικολό ντε Καρκουίνι94 και Πίμια.95 Τελικά το βράδυ τής ίδιας ημέρας, τού Σαββάτου, η καραβέλα αγκυροβόλησε στο λιμάνι τής πόλης τής Ρόδου.

<-Εισαγωγή τού Le Strange στην έκδοση τού 1928 Κεφάλαιο 2: Από τη Ρόδο στο Πέρα->
error: Content is protected !!
Scroll to Top