<-Κεφάλαιο 3: Κωνσταντινούπολη | Κεφάλαιο 5: Από το Πέρα στην Τραπεζούντα-> |
Κεφάλαιο 4: Κωνσταντινούπολη
Η εκκλησία τού Αγίου Γεωργίου των Μαγγάνων
Την ίδια μέρα μάς πήγαν να δούμε μια άλλη εκκλησία, που ονομαζόταν Άγιος Γεώργιος.1 Μπροστά από την εκκλησία υπάρχει μεγάλη αυλή με περιβόλια οπωροφόρων και πολλά σπίτια, πέρα από τα οποία βρίσκεται το κεντρικό κτίριο τής εκκλησίας. Στην πόρτα τής εκκλησίας υπάρχει μεγάλη κολυμβήθρα για βάπτισμα, πολύ όμορφα δουλεμένη, ενώ από πάνω της υπάρχει τρούλος που στηρίζεται σε οκτώ κολώνες από λευκό μάρμαρο, σκαλισμένες και διακοσμημένες με εικόνες. Το κεντρικό κτίριο τής εκκλησίας είναι πολύ ψηλό και είναι παντού διακοσμημένο με ψηφιδωτά. Βλέπουμε εδώ την εικόνα τού Κυρίου μας Ιησού Χριστού, όπως εμφανίστηκε ανεβαίνοντας στον ουρανό. Το δάπεδο τής εκκλησίας είναι θαύμα τέχνης, καλυμμένο με πλάκες πορφυρίτη και ίασπη σε πολλά χρώματα, με ελικοειδή περιγράμματα φτιαγμένα πολύ επιδέξια. Οι τοίχοι είναι επίσης στολισμένοι, ενώ στην οροφή αμέσως μετά την είσοδο εμφανίζεται η εικόνα τού Θεού Πατέρα σε ψηφιδωτό. Υπάρχει επίσης εδώ εικόνα τού Τιμίου Σταυρού, τον οποίο δείχνει ένας άγγελος καθώς ο Σταυρός εμφανίζεται μέσα στα σύννεφα τού ουρανού, ενώ οι Απόστολοι φαίνονται πιο κάτω, όπως την εποχή που το Άγιο Πνεύμα κατέβηκε πάνω τους σε γλώσσες φωτιάς. Όλα αυτά είναι φτιαγμένα σε ψηφιδωτό πολύ όμορφα δουλεμένο. Στην ίδια αυτή εκκλησία υπάρχει μεγάλη επιτύμβια στήλη από ίασπη, η οποία καλύπτεται από μεταξωτό σάβανο και εδώ κείται θαμμένη κάποια αυτοκράτειρα.2
Εμείς, βλέποντας ότι τώρα είχε νυχτώσει, επιστρέψαμε στα καταλύματά μας.3 Στη συνέχεια κανονίστηκε να επιστρέψουμε την επόμενη μέρα, την Τετάρτη, κατεβαίνοντας από το Πέρα προς την Πύλη που ονομάζεται Κυνηγού.4 Εδώ θα συναντούσαμε τον κύριο Ιλάριο, για τον οποίο έχουμε ήδη μιλήσει, και αυτός, μαζί με μερικούς κυρίους τής αυτοκρατορικής αυλής, θα περίμενε τον άφιξή μας, με άλογα για να τα ιππεύσουμε εμείς και να επισκεφθούμε τότε τα υπόλοιπα μέρη τής πόλης, βλέποντας τα αξιοθέατα εκεί. Στη συνέχεια θα επιστρέφαμε στα καταλύματά μας στο Πέρα, ενώ οι κύριοι τής συνοδείας μας θα επέστρεφαν στα σπίτια τους.
Νέα τής ήττας των Γενουατών από τούς Ενετούς
Την επόμενη μέρα, την Τετάρτη όπως προαναφέρθηκε, καθώς ερχόμασταν στην Κωνσταντινούπολη, όπως είχε κανονιστεί, μάς σταμάτησαν και μάς γύρισαν πίσω, επειδή εκείνο το πρωί είχαν φτάσει νέα στην πόλη τού Πέρα, ότι κάποιες γαλέρες τής Ενετικής Δημοκρατίας είχαν βγει εναντίον τού στόλου τής γενουάτικης αρμάδας, ο οποίος βρισκόταν καθ’ οδόν για να κάνει την επίθεση στην Αλεξανδρέττα5 κάτω από τη διοίκηση τού στρατάρχη Μπουσικώ.6 Επίσης ότι οι Ενετοί είχαν κατατροπώσει τούς άλλους κοντά στη Μεθώνη με πολύ μεγάλη σφαγή, κυριεύοντας πολλές γενουάτικες γαλέρες. Μεταξύ των άλλων είχαν συλλάβει αιχμάλωτο τον ανιψιό τού στρατάρχη Μπουσικώ, που ονομαζόταν Τσάστελ Μοράτε.7 Αυτή η είδηση είχε προκαλέσει πολύ μεγάλη αναταραχή σε όλο το Πέρα, όπου αριθμός Ενετών εκεί κατοίκων είχε οδηγηθεί στη φυλακή και πολλά ενετικά πλοία στο λιμάνι είχαν κατασχεθεί σε αντίποινα. Μεταξύ άλλων, οι κυβερνήτες τού Πέρα επέβαλαν το εμπάργκο τους σε κάποια γαλιότα που είχαμε ναυλώσει και στην οποία είχαμε την πρόθεση να επιβιβαστούμε για το ταξίδι μας προς την Τραπεζούντα. Όμως η κυβέρνηση ισχυριζόταν τώρα ότι χρειαζόταν αυτό το πλοίο και έπρεπε να το στείλει ως πλοίο στρατιωτικής τροφοδοσίας. Για εμάς ήταν μεγάλη καταστροφή αυτό το εμπάργκο επί τής γαλιότας μας, γιατί απέμενε λίγος χρόνος μέχρι να τελειώσει η εποχή που έπρεπε να ξεκινήσουμε, ενώ ήταν δύσκολο, με στιγμιαία ειδοποίηση, να βρούμε άλλο πλοίο για τον σκοπό μας. Αμέσως λοιπόν αρχίσαμε να μαζεύουμε πληροφορίες, για τον τρόπο με τον οποίο έπρεπε να πραγματοποιηθεί η επιχείρηση στην οποία ήμασταν δεσμευμένοι στην υπηρεσία τού άρχοντα και κυρίου μας βασιλιά Ερρίκου, στέλνοντας πρώτα απ’ όλα μήνυμα χωρίς καθυστέρηση στον κύριο Ιλάριο, ότι θα μάς ήταν αδύνατο να περάσουμε εκείνη την ημέρα στην Κωνσταντινούπολη, όπως είχε κανονιστεί, αλλά ότι την επόμενη μέρα [Πέμπτη] θα ήμασταν μαζί του. Ήταν την ίδια αυτή Τετάρτη που ο αυτοκράτορας, επιστρέφοντας από την κυνηγετική του εκστρατεία, είχε στείλει απέναντι στο Πέρα για να φάμε εμείς, μισό αγριογούρουνο που είχε σκοτώσει ο ίδιος.
Η εκκλησία τής Παναγίας των Βλαχερνών και ο πύργος τού Ανεμά
Την επόμενη μέρα, που ήταν η Πέμπτη 1 Νοεμβρίου, περάσαμε, όπως είχε κανονιστεί, στην Κωνσταντινούπολη, όπου βρήκαμε τον κύριο Ιλάριο να περιμένει την άφιξή μας στην Πύλη Κυνηγού, μαζί με πολλούς άρχοντες τού αυτοκρατορικού νοικοκυριού. Παίρνοντας άλογα, μάς συνόδευαν καθώς πηγαίναμε να δούμε την εκκλησία τής Παναγίας των Βλαχερνών.8 Αυτή η εκκλησία βρίσκεται μέσα στη συνοικία,9 κοντά σε κάστρο που είναι τώρα ερείπιο,10 αλλά στο παρελθόν το χρησιμοποιούσαν ως τόπο διαμονής των πρεσβευτών.11 Μάθαμε ότι το κάστρο αυτός είχε μάλιστα απογυμνωθεί από τον εκλιπόντα αυτοκράτορα,12 επειδή μέσα στους τοίχους του ο μεγαλύτερος γιος του13 είχε φυλακίσει τον ίδιο τον αυτοκράτορα, όπως θα εξηγήσουμε πιο κάτω. Αυτή η εκκλησία τής Παναγίας ήταν στο παρελθόν το παρεκκλήσι τού αυτοκρατορικού ανακτόρου.14 Το κεντρικό κτίριο αποτελείται από τρεις κυρίως ναούς,15 όπου ο κυρίως ναός είναι πολύ μεγαλύτερος σε πλάτος και ύψος από τούς διαδρόμους. Αυτοί είναι χτισμένοι χαμηλοί και έχουν εξώστες,16 από τούς οποίους μπορεί κανείς να βλέπει από ψηλά τον κυρίως ναό. Η στέγη τόσο των διαδρόμων όσο και τού ναού φαίνεται να στηρίζεται σε μεγάλους πυλώνες από πράσινο ίασπη, οι βάσεις των οποίων σχηματίζονται από μεγάλα κομμάτια λευκού μαρμάρου, πολύ επιδέξια σκαλισμένου με μορφές και σχέδια. Οι τοίχοι στους διαδρόμους, μέχρι τα μισά τού ύψους τους από την οροφή, είναι επενδεδυμένοι με πλάκες πολύχρωμου ίασπη, οι οποίες είναι πολύ καλλιτεχνικά σκαλισμένες, με ελικοειδή περιγράμματα εξαιρετικής σχεδίασης. Η οροφή τού κεντρικού ναού είναι πλούσια δουλεμένη με τετράγωνα δοκάρια από ξύλο ενωμένα μεταξύ τους, όπου ολόκληρη η οροφή από τετραγωνικές δοκούς και τραβέρσες είναι παχιά επιχρυσωμένη με ωραίο χρυσάφι. Επίσης, αν και αυτή η εκκλησία είναι σε κάποια σημεία ασυντήρητη, η επιχρύσωση και η τέχνη τής προαναφερθείσας οροφής είναι τόσο δροσερές και τόσο όμορφα διατηρημένες, σαν να είχαν τελειώσει πρόσφατα. Στον ναό υπάρχει εξαιρετικός βωμός, καθώς και άμβωνας πολύ πλούσια δουλεμένος. Ολόκληρο το οικοδόμημα είναι πραγματικά υπέροχα χτισμένο, πλούσιο και πολύ δαπανηρό. Η εξωτερική οροφή καλύπτεται εξ ολοκλήρου με φύλλα μολύβδου.
Τα λείψανα στην εκκλησία τού Αγίου Ιωάννη τού Προδρόμου στην Πέτρα
Την ίδια Πέμπτη πήγαμε αργότερα για να δούμε τα λείψανα στην εκκλησία τού Αγίου Ιωάννη τού Προδρόμου [στην Πέτρα],17 τα οποία την προηγούμενη Τρίτη δεν είχαμε καταφέρει να δούμε, επειδή δεν υπήρχαν τα κλειδιά. Κατά την άφιξή μας στην πόρτα τής εκκλησίας, βρήκαμε τούς μοναχούς όλους παραταγμένους να παρευρίσκονται μέσα στα άμφιά τους, έχοντας αναμμένους πολλούς δαυλούς και λαμπάδες. Tα κλειδιά ήσαν επίσης διαθέσιμα. Στη συνέχεια, ψάλλοντας τη λιτανεία τους και μαζί με κύριο τής αυτοκρατορικής αυλής, που ήταν υπεύθυνος για εμάς, ανεβήκαμε όλοι στον πύργο τής εκκλησίας, όπου φυλάσσονταν τα λείψανα. Αρχικά οι μοναχοί έβγαλαν ένα κιβώτιο βαμμένο κόκκινο, το οποίο σήκωσαν ψηλά, ενώ παράλληλα έψαλλαν με μεγάλη επισημότητα τον ύμνο τους, με τούς πυρσούς όλους αναμμένους και πολλά θυμιατήρια με θυμίαμα να προηγούνται. Μετέφεραν αυτό το κιβώτιο κάτω στην εκκλησία και το τοποθέτησαν πάνω σε ψηλό τραπέζι, στο οποίο είχε απλωθεί μεταξωτό κάλυμμα. Το κιβώτιο ήταν σφραγισμένο με δύο σφραγίδες από λευκό κερί, οι οποίες προστάτευαν δύο μικρούς ασημένιους σφιγκτήρες, που κλείδωναν μέσα στο κιβώτιο. Άνοιξαν αυτές τις κλειδαριές και έβγαλαν αμέσως μέσα από το κιβώτιο δύο μεγάλα πιάτα από επίχρυσο ασήμι, τα οποία, όταν παρουσιάστηκαν τα λείψανα σε εμάς, εξυπηρετούσαν τον σκοπό τής υποδοχής τους. Στη συνέχεια έβγαλαν μέσα από αυτό το κιβώτιο μεγάλη τσάντα, φτιαγμένη από άσπρο δίμιτο, δεμένη και κλεισμένη με κέρινη σφραγίδα. Έσπασαν τη σφραγίδα κι έβγαλαν από μέσα ένα μικρό στρογγυλό χρυσό κουτί. Μέσα σε αυτό το κουτί φυλασσόταν εκείνο το ψωμί, το οποίο τη Μεγάλη Πέμπτη τού Μυστικού Δείπνου έδωσε ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός στον Ιούδα, ως σημάδι που υποδείκνυε ότι εκείνος θα τον πρόδιδε, όπου το κομμάτι εκείνο τού ψωμιού ήταν αληθώς αυτό που ο Ιούδας δεν είχε καταφέρει να καταπιεί. Το κειμήλιο ήταν τυλιγμένο σε κομμάτι κόκκινου κρεπ υφάσματος, που ήταν κλεισμένο και σφραγισμένο με δύο σφραγίδες από κόκκινο κερί. Εκείνο το κομμάτι ψωμιού είχε το μέγεθος τριών περίπου δακτύλων τού χεριού. Ύστερα από την ίδια τσάντα έβγαλαν κι άλλο χρυσό κιβώτιο, αλλά μικρότερο από το πρώτο, στο οποίο χρυσό κουτί φαινόταν εγκιβωτισμένο στη μεταλλική εργασία ένα μικρό φιαλίδιο, που δεν μπορούσες να το βγάλεις από εκεί και το οποίο ήταν φτιαγμένο από κρύσταλλο. Σε αυτό φυλασσόταν λίγο από το Αίμα τού Κυρίου μας Ιησού Χριστού, από εκείνο που βγήκε από το πλευρό του, όταν τον τραυμάτισε ο Λογγίνος με το κτύπημα τής λόγχης του. Και πάλι από αυτή την τσάντα έβγαλαν τρίτο μικρό κιβώτιο φτιαγμένο από χρυσό, στο καπάκι τού οποίου είχαν ανοιχτεί τρύπες με λίμα και μέσα σε αυτό το κιβώτιο είδαμε θρόμβους αίματος. Όπως μάς ανέφεραν, αυτό το αίμα είχε κάποτε κυλίσει από την πλευρά εικόνας εσταυρωμένου. Γιατί ένας Εβραίος στην πόλη τής Βηρυτού είχε τολμήσει να τραυματίσει την εικόνα, για να προσβάλει έτσι τον Χριστό.
Ύστερα έβγαλαν από τον ίδιο σάκο ένα κρυστάλλινο φιαλίδιο, με το πώμα του προσαρμοσμένο σε μικρή χρυσή αλυσίδα. Μέσα σε αυτό το φιαλίδιο ήταν απλωμένο μικρό κομμάτι από πορφυρό κρεπ ύφασμα, που περιείχε λίγες τρίχες τής γενειάδας τού Κυρίου μας Ιησού Χριστού, από εκείνες που είχαν ξεριζώσει οι Εβραίοι όταν τον σταύρωσαν. Και πάλι από αυτή την τσάντα έβγαλαν μεγάλη λειψανοθήκη, στην οποία φυλασσόταν ένα κομμάτι από την πέτρινη πλάκα, πάνω στην οποία είχε τοποθετηθεί το σώμα τού Κυρίου μας Ιησού Χριστού όταν το κατέβασαν από τον Σταυρό. Επίσης από την προαναφερθείσα λειψανοθήκη έβγαλαν ένα τετράγωνο κιβώτιο από ασήμι και χρυσό, που είχε πλάτος δυόμισι περίπου παλάμες. Αυτό το κιβώτιο ήταν σφραγισμένο με έξι σφραγίδες, τοποθετημένες σε έξι διπλές κλειδαριές, που ήσαν από ασήμι και στρογγυλού σχήματος, οι οποίες έκλειναν την κλειδαριά από την οποία κρεμόταν ασημένιο κλειδί. Τώρα άνοιγαν αυτό το κιβώτιο και έβγαζαν από αυτό έναν πίνακα καλυμμένο με χρυσή πλάκα, πάνω στον οποίο ήταν στερεωμένη η λόγχη τού δόρατος, με το οποίο ο Λογγίνος τρύπησε το πλευρό τού Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Ήταν λεπτή λεπίδα, από σίδερο και πολύ αιχμηρή, ενώ το περικάλυμμα ήταν κοίλο εκεί όπου έμπαινε το ξύλο τής λαβής. Το μήκος αυτής τής λόγχης πρέπει να ήταν μια παλάμη και δύο δάχτυλα, ενώ στην ακμή τής λεπίδας μπορούσε να δει κανείς το σημάδι τού Αίματος, τόσο νωπό, σαν να είχε πρόσφατα προκαλέσει το δόρυ την πληγή στο σώμα τού Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Το πλάτος τής λεπίδας ήταν δύο περίπου δάχτυλα και αυτό το ιερό κειμήλιο ήταν εγκιβωτισμένο μέσα σε εκείνον τον πίνακα, που ήταν, όπως ήδη ειπώθηκε, καλυμμένος με χρυσή πλάκα. Η επιφάνεια τού ατσαλιού τής κεφαλής τής λόγχης δεν είναι λαμπερή, αντίθετα είναι θολή, σαν να βρισκόταν συνεχώς σε χρήση. Επίσης, εγκιβωτισμένο και πάλι στον ίδιο αυτόν πίνακα, είναι ένα κομμάτι τής ράβδου με την οποίο χτύπησαν στο κεφάλι τον Κύριό μας Ιησού Χριστό, όταν στεκόταν μπροστά στον Πιλάτο. Αυτό το κομμάτι είχε μήκος μιάμιση περίπου παλάμη. Επίσης, και πάλι εγκιβωτισμένο σε αυτόν τον πίνακα κάτω από τη λόγχη τού δόρατος και τη ράβδο που μόλις αναφέρθηκε, υπήρχε ένα κομμάτι τού σφουγγαριού, που χρησιμοποιήθηκε όταν δόθηκε χολή και ξύδι στον Κύριό μας Θεό Ιησού Χριστό πάνω στον Σταυρό.
Στο ίδιο κιβώτιο από επίχρυσο ασήμι, που περιείχε τον πίνακα που περιγράφηκε εδώ, φυλασσόταν ο χιτώνας τού Κυρίου Θεού Ιησού Χριστού, τον οποίο οι υπηρέτες τού Πιλάτου έπαιξαν στα ζάρια. Αυτός ο χιτώνας ήταν διπλωμένος και σφραγισμένος με σφραγίδες, ώστε εκείνοι που έρχονταν για να τούς τον δείξουν, να μην κόψουν από αυτόν κομμάτια που θα τα έπαιρναν μαζί τους ως κειμήλια, όπως όντως είχε γίνει κάποια στιγμή στο παρελθόν. Ένα από τα μανίκια τού χιτώνα ήταν τοποθετημένο έξω από το υπόλοιπο μέρος, που ήταν διπλωμένο και σφραγισμένο. Ο χιτώνας φαινόταν να έχει επένδυση κόκκινου χρώματος, που έμοιαζε με ύφασμα κρεπ. Το μανίκι που βρισκόταν έξω ήταν μάλλον στενό και φτιαγμένο με τον τρόπο εκείνων που μπορούν να ξεκουμπώνουν στον καρπό κατά βούληση, και όπου ήταν χωρισμένο, ψηλά μέχρι τον αγκώνα, υπήρχαν κουμπιά, τρία και μικρά, εκείνα που είναι φτιαγμένα από στριμμένο κορδόνι, αλλά το μανίκι δεν είχε κουμπότρυπες για να μπαίνουν τα κουμπιά. Αυτά τα κουμπιά και το μανίκι, καθώς και όσο μέρος τoύ χιτώνα φαινόταν, εμφανίζονταν να έχουν όλα σκούρο κόκκινο χρώμα ή ίσως προσέγγιζε προς τριανταφυλλί χρώμα, έτσι μάλλον και όχι διαφορετικά. Το υλικό τού χιτώνα φαινόταν να μην είναι υφαντό αλλά ραμμένο με τη βελόνα, επειδή οι κλωστές φαίνονταν να είναι πολύ στριμμένες. Την ίδια στιγμή, ενώ μάς οδηγούσαν γύρω και μάς έδειχναν αυτά τα ιερά κειμήλια, κάποιοι άνθρωποι τής πόλης και διάφοροι αξιότιμοι κύριοι, μαθαίνοντας για την επίσκεψή μας, ήρθαν επίσης στη συντροφιά μας, όπου, βλέποντας τα κειμήλια, άρχισαν να προσεύχονται και ν΄ αγορεύουν, κλαίγοντας πολλοί από τη χαρά τους.
Την ίδια μέρα πήγαμε επίσης να δούμε ένα μοναστήρι κυριών που ονομαζόταν Παντοκράτωρ.18 Στην εκκλησία εδώ μάς έδειξαν σκαλισμένη πλάκα από μάρμαρο, πολύχρωμη, που είχε μήκος εννέα παλάμες και λένε ότι πάνω σε αυτή την πλάκα τοποθετήθηκε το σώμα τού Κυρίου μας Ιησού Χριστού, όταν Τον κατέβασαν από τον Σταυρό. Σε αυτή την πλάκα είναι ορατά τα ίδια τα δάκρυα που έχυσαν οι τρεις Μαρίες και ο Άγιος Ιωάννης, δάκρυα που χύθηκαν όταν σταυρώθηκε ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός, ενώ αυτά τα δάκρυα φαίνονται τώρα σαν να έχουν παγώσει αφού έπεσαν στην πέτρα.
Η εκκλησία τής Παναγίας Οδηγήτριας και η εικόνα της από τον Άγιο Λουκά
Σε αυτή την πόλη τής Κωνσταντινούπολης υπάρχει επίσης μια εκκλησία που ονομάζεται Παναγία Οδηγήτρια.19 Είναι μικρή και ζουν εκεί κάποιοι εφημέριοι, που δεν τρώνε κρέας ούτε πίνουν κρασί, ούτε τρώνε λίπη, ούτε ψάρι που περιέχει αίμα. Το κύριο κτίριο αυτής τής εκκλησίας είναι πολύ όμορφα διακοσμημένο με ψηφιδωτά. Φυλάσσεται εδώ μια εικόνα τής Παναγίας, τοποθετημένη σε ωραίο σκαλιστό πλαίσιο, ενώ λέγεται ότι την εικόνα αυτή σχεδίασε και ζωγράφισε με τα χέρια του ο ένδοξος και ευλογημένος Άγιος Λουκάς. Μάς είπαν ότι αυτή η εικόνα έκανε και κάνει καθημερινά πολλά θαύματα. Οι Έλληνες εδώ λατρεύουν πολύ αυτή την εικόνα και γιορτάζουν κάθε χρόνο τη γιορτή της με μεγάλη μεγαλοπρέπεια. Η εικόνα είναι ζωγραφισμένη σε ξύλινη σανίδα, τετράγωνη στο σχήμα, έξι παλάμες σε μήκος και πλάτος. Η σανίδα στηρίζεται σε δύο πόδια, ενώ η ίδια η ζωγραφική καλύπτεται τώρα από ασημένια πλάκα, στην οποία είναι εγκιβωτισμένα πολυάριθμα σμαράγδια, ζαφείρια, τυρκουάζ και μεγάλα μαργαριτάρια, καθώς και άλλες πολύτιμες πέτρες. Η εικόνα φυλάσσεται για ασφάλεια σε σιδερένιο κιβώτιο. Κάθε Τρίτη είναι η γιορτή της, στην οποία συγκεντρώνεται μεγάλο πλήθος λαού, κληρικοί και ευσεβείς λαϊκοί άνθρωποι. Αυτοί, καθώς και πολλοί άλλοι όπως κληρικοί από τις άλλες εκκλησίες τής πόλης, αφού πουν τις Ώρες, βγάζουν ευλαβικά την εικόνα από αυτή την εκκλησία και τη μεταφέρουν σε κοντινή αυλή. Καθώς προχωρούν, διαπιστώνουν ότι είναι τόσο βαριά, που χρειάζεται να τη σηκώνουν τρεις ή τέσσερις άντρες, χρησιμοποιώντας λουριά από δέρμα προσαρμοσμένα σε σιδερένιους γάντζους, με τα οποία στηρίζεται το πλαίσιο. Αφού τη μεταφέρουν έτσι, τη στήνουν στη μέση εκείνης τής αυλής, όπου όλοι οι παρόντες κάνουν τις προσευχές τους και τις παρακλήσεις τους με λυγμούς και θρήνους. Αφού γίνει αυτό, βγαίνει μπροστά ένας γέρος που προσεύχεται ενώπιον αυτής τής εικόνας τής Παναγίας και στη συνέχεια ανασηκώνει την εικόνα και τη μεταφέρει σαν να είχε ελάχιστο βάρος, κρατώντας την μόνος του στην πομπή, που επιστρέφει αμέσως στην εκκλησία. Μάλιστα είναι θαύμα πώς ένας άνθρωπος μπορεί να σηκώσει έτσι τόσο μεγάλο βάρος, όσο είναι εκείνο τού πλαισίου. Λένε ότι κανένας άλλος δεν μπορεί να τη σηκώσει μόνος του και να τη μεταφέρει, εκτός από αυτόν τον συγκεκριμένο άνθρωπο.20 Αλλά αυτός ο άνθρωπος προέρχεται από οικογένεια, κάθε μέλος τής οποίας μπορεί να το κάνει, γιατί ευχαρίστησε τον Θεό να εγγυηθεί αυτή τη δύναμη μόνο σε αυτούς και σε κανέναν άλλο. Κάποιες γιορτινές ημέρες τού έτους φέρνουν την εικόνα αυτή με μεγάλη επισημότητα στην Αγία Σοφία για να την επιδείξουν, λόγω τής μεγάλης λατρείας που τρέφουν οι άνθρωποι γι’ αυτήν.
Η ιστορία τού Ιωάννη Ε’ Παλαιολόγου, των γιων του και τού εγγονού του
Στην εκκλησία αυτή [τής Οδηγήτριας] είναι θαμμένος ο αυτοκράτορας21 πατέρας τού νεαρού αυτοκράτορα,22 ο οποίος βρίσκεται τώρα σε εξορία ζώντας μακριά από την Κωνσταντινούπολη, αλλά ο οποίος, όπως λένε, έχει νόμιμο δικαίωμα να είναι αυτοκράτορας, αν και μάλιστα αυτός ήταν εκείνος που θα οδηγούσε προδοτικά την Κωνσταντινούπολη και την αυτοκρατορία στην καταστροφή.23 Εκείνος που βασιλεύει τώρα ως αυτοκράτορας στην Κωνσταντινούπολη ονομάζεται από τούς Έλληνες «κυρ-Μανώλης»,24 που σημαίνει Μανουήλ. Ο μεγαλύτερος αδελφός του25 ήταν αυτοκράτορας πριν από αυτόν και άφησε πεθαίνοντας έναν γιο.26 Αυτός27 ήταν τόσο ανυπάκουος, που μηχανορραφούσε εναντίον τού πατέρα του28 με σκοπό να τον εκθρονίσει. Τότε Τούρκος σουλτάνος ήταν ο Μουράτ, ο πατέρας τού σουλτάνου Βαγιαζήτ, τον οποίο κατανίκησε πρόσφατα ο Τιμούρ. Την εποχή εκείνη ο μεγαλύτερος γιος τού σουλτάνου Μουράτ29 ήταν επίσης ανυπάκουος, μηχανορραφώντας εναντίον τού πατέρα του. Οι γιοι τού αυτοκράτορα και τού Τούρκου ενώθηκαν για να εκθρονίσουν τούς πατέρες τους, με πρόθεση ν΄ αρπάξουν την αυτοκρατορία και το σουλτανάτο αντίστοιχα. Ο σουλτάνος και ο αυτοκράτορας έγιναν τώρα σύμμαχοι για να καταστείλουν τούς γιους τους και πορευόμενοι εναντίον των συνωμοτών, τούς αντιμετώπισαν και τούς συνέλαβαν στο κάστρο τής Καλλίπολης, εκείνο που αυτή τη στιγμή βρίσκεται στα χέρια των Τούρκων. Είχε συμφωνηθεί μεταξύ τού αυτοκράτορα και τού σουλτάνου, ότι μόλις συλλάμβαναν αιχμαλώτους αυτούς τούς αντάρτες, καθένας θα τύφλωνε αντίστοιχα τα μάτια τού γιου του και ότι το κάστρο τής Καλλίπολης θα κατεδαφιζόταν, ώστε ν΄ αποτελεί παράδειγμα για κάθε μελλοντικό επαναστάτη. Όταν συνελήφθησαν οι αντάρτες, το κάστρο αυτό κατεδαφίστηκε και ο Τούρκος προχώρησε αμέσως να βγάλει τα μάτια τού γιου του. Ο αυτοκράτορας όμως συμπονούσε τον γιο του και δεν τού έβγαλε τα μάτια, αλλά διέταξε να τον ρίξουν σε βαθιά σκοτεινή φυλακή, ενώ τον τύφλωσαν [μερικώς] κρατώντας κοκκινισμένες από τη φωτιά μεταλλικές λεκάνες μπροστά στα μάτια του.
Στη συνέχεια, αφού είχε περάσει κάποιο διάστημα φυλάκισης, συμφώνησε ότι η σύζυγος τού γιου του30 μπορούσε να τον επισκεφτεί στη φυλακή του. Εκείνη, κάνοντας χρήση κάποιων θεραπειών, κατάφερε να επαναφέρει εν μέρει την όραση στα μάτια του. Μια μέρα, όταν βρισκόταν μαζί με τον σύζυγό της στη φυλακή, είδε ένα μεγάλο φίδι να βγαίνει από τρύπα στον τοίχο και ύστερα να ξαναμπαίνει σε αυτήν. Όταν το περιέγραψε στον σύζυγό της, εκείνος τής είπε να τον οδηγήσει στο σημείο όπου το φίδι είχε εξαφανιστεί και περιμένοντας μέχρι να ξαναβγεί, το σκότωσε με τα χέρια του. Λεγόταν ότι ήταν τεράστιο. Στη συνέχεια έδειξαν το φίδι στον πατέρα του τον αυτοκράτορα,31 ο οποίος, όταν έμαθε τις λεπτομέρειες τού περιστατικού, ένιωσε συμπόνια για την κατάσταση τού γιου του και τον ελευθέρωσε από τη φυλάκισή του. Αλλά αυτός ο πρίγκιπας32 ύστερα από λίγο επέστρεψε ξανά στην εξέγερσή του και αυτή τη φορά κατάφερε να φυλακίσει τον πατέρα του. Ο αυτοκράτορας κρατήθηκε για κάποιο διάστημα υπό περιορισμό, μέχρις ότου αργότερα κάποιοι άρχοντές του κατάφεραν να τον ελευθερώσουν. Ύστερα από αυτό ο γιος του33 διέφυγε, ενώ ο πατέρας του, όπως έχει ήδη γραφεί, κατεδάφισε τον πύργο εκείνης τής φυλακής, στον οποίο είχε κλειστεί. Ο αυτοκράτορας στη συνέχεια αποκλήρωσε τον μεγαλύτερο γιο του34 με διαθήκη, αφήνοντας την αυτοκρατορία μετά τον θάνατό του στον μικρότερο αδελφό τού Ανδρόνικου, τον αυτοκράτορα Μανουήλ που βασιλεύει τώρα. Όμως ο μεγαλύτερος αδελφός35 είχε αφήσει έναν γιο που ονομάζεται Δημήτριος.36 Και λένε μερικοί, ότι αυτός έχει νόμιμη διεκδίκηση επί τής αυτοκρατορίας και ότι πρέπει να βασιλεύει μαζί.37 Προσφάτως οι δυο τους έχουν καταλήξει σε συμφωνία, με βάση την οποία καθένας τους μπορεί επί τού παρόντος να φέρει τον τίτλο τού αυτοκράτορα, αλλά μετά τον θάνατο τού αυτοκράτορα Μανουήλ, ο αυτοκράτορας38 θα κρατήσει μόνος την εξουσία. Αργότερα, όταν θα έχουν πεθάνει και οι δύο αυτοί αυτοκράτορες, η αυτοκρατορία θα περάσει στον γιο τού Μανουήλ και μετά από αυτόν στον γιο του.39 Έτσι θα διαδέχεται ο ένας τον άλλο εναλλάξ, αλλά θεωρώ βέβαιο ότι ούτε ο ένας ηγεμόνας ούτε ο άλλος δεν θα τηρήσουν αυτή τη συμφωνία.40
Η μεγάλη κιστέρνα (δεξαμενή)
Σε αυτή την πόλη υπάρχει μια κιστέρνα41 πολύ όμορφη να τη βλέπεις, την οποία ονομάζουν κιστέρνα τού Μωάμεθ.42 Είναι θολωτή και αυτός ο θόλος της στηρίζεται από κάτω σε μαρμάρινους κίονες. Αυτοί είναι διευθετημένοι έτσι ώστε να σχηματίζουν έξι αίθουσες, ενώ η οροφή στηρίζεται σε 490 από τούς προαναφερθέντες κίονες, όλους πολύ μεγάλους στο μέγεθος. Πολύ νερό μπορεί ν΄ αποθηκευτεί σε αυτό το μέρος, επαρκές για να καλύψει τις ανάγκες μεγάλου αριθμού κατοίκων.43 Η πόλη τής Κωνσταντινούπολης περιβάλλεται από ψηλό και δυνατό τείχος με πύργους. Το τείχος έχει τρεις γωνίες και από γωνία σε γωνία υπάρχει απόσταση έξι μιλίων, έτσι ώστε ολόκληρη η πόλη να είναι περιμετρικά δεκαοκτώ μίλια, που είναι έξι λεύγες. Δύο πλευρές βλέπουν προς τη θάλασσα44 και μία προς τη στεριά. Στη γωνία που βρίσκεται μακριά από τη θάλασσα,45 υπάρχει λόφος στον οποίο είναι χτισμένα τα αυτοκρατορικά ανάκτορα.46 Αν και το κύκλωμα των τειχών είναι πολύ μεγάλο και η περιοχή είναι ευρύχωρη, η πόλη δεν είναι παντού πυκνοκατοικημένη. Υπάρχουν μέσα στην περίμετρό της πολλοί λόφοι και κοιλάδες όπου βλέπει κανείς σιτοχώραφα και περιβόλια, ενώ ανάμεσα στα περιβόλια υπάρχουν χωριουδάκια και προάστια, που περιλαμβάνονται όλα μέσα στα όρια τής πόλης. Η πιο πυκνοκατοικημένη περιοχή τής πόλης βρίσκεται κατά μήκος τού χαμηλότερου επιπέδου, κοντά στην ακτή, προς το σημείο που εκτείνεται μέσα στη θάλασσα [του Μαρμαρά]. Η εμπορική συνοικία τής πόλης είναι κάτω, δίπλα στις πύλες που ανοίγουν προς την παραλία [του Κερατίου] και βλέπουν προς τις απέναντι πύλες που ανήκουν στην πόλη τού Πέρα. Εδώ πιάνουν οι γαλέρες και τα μικρότερα πλοία που έρχονται στο λιμάνι για να ξεφορτώσουν τα φορτία τους. Και εδώ, δίπλα στην παραλία, οι άνθρωποι τού Πέρα συναντούν εκείνους τής Κωνσταντινούπολης και διεκπεραιώνουν τις δουλειές και το εμπόριό τους.
Η εκκλησία των Αγίων Αποστόλων και το Υδραγωγείο
Παντού σε όλη την πόλη υπάρχουν πολλά μεγάλα ανάκτορα, εκκλησίες και μοναστήρια, αλλά τα περισσότερα βρίσκονται τώρα σε ερείπια. Είναι όμως σαφές ότι σε παλιές εποχές, όταν η Κωνσταντινούπολη βρισκόταν στην αρχική της κατάσταση, ήταν μια από τις ευγενέστερες πρωτεύουσες τού κόσμου. Λένε ότι ακόμη και τώρα περιλαμβάνει μέσα στο κύκλωμα των τειχών της 3.000 εκκλησίες, μεγάλες και μικρές. Μέσα στην έκτασή της υπάρχουν πολλές πηγές και πηγάδια γλυκού νερού. Στο τμήμα τής πόλης που βρίσκεται δίπλα στην εκκλησία των Αγίων Αποστόλων, απλώνεται από λόφο σε λόφο, περνώντας πάνω από σπίτια και περιβόλια το υδραγωγείο,47 που μεταφέρει νερό για την άρδευση όλων αυτών των οπωρώνων. Σε δρόμο που οδηγεί σε πύλη –από εκείνες που ανοίγουν προς το Πέρα– φαίνεται το Ανταλλακτήριο,48 ενώ στη μέση τού δρόμου εδώ στέκονται οι Ποδόδεσμοι,49 σταθερά χτισμένοι στο έδαφος, όπου τοποθετούνται όσοι έχουν καταδικαστεί για στυγερά εγκλήματα και πρόκειται να φυλακιστούν ή εκείνοι που έχουν παραβιάσει τούς νόμους και τα διατάγματα των αρχών τής πόλης, δηλαδή, για παράδειγμα, εκείνοι που πωλούν ψωμί και κρέας κλέβοντας στο ζύγι. Όλοι αυτοί εκτίθενται στους Ποδόδεσμους, όπου παραμένουν νύχτα και μέρα στο έλεος τής βροχής και τού ανέμου και κανένας δεν επιτρέπεται να τούς βοηθήσει. Κατά μήκος τής παραλίας, δίπλα στο νερό,50 έξω από το τείχος τής πόλης και απέναντι από το Πέρα, υπάρχουν αναρίθμητες αποθήκες και καταστήματα για την πώληση κάθε είδους αγαθών. Εδώ οι έμποροι φέρνουν και αποθηκεύουν τα εμπορεύματα που έρχονται από το εξωτερικό. Η Κωνσταντινούπολη, όπως ειπώθηκε, βρίσκεται δίπλα στη θάλασσα. Δύο πλευρές τού τριγώνου τού σχήματός της βρίσκονται κατά μήκος τής ακτής.51
Τα τείχη και το λιμάνι τής Κωνσταντινούπολης
Απέναντι από την Κωνσταντινούπολη βρίσκεται η πόλη τού Πέρα, ενώ μεταξύ των δύο είναι το λιμάνι [τού Κεράτιου]. Έτσι μπορούμε να πούμε ότι η Κωνσταντινούπολη είναι παρόμοια με τη Σεβίλλη, ενώ το Πέρα είναι σαν την Τριάνα,52 με το λιμάνι και τα πλοία να βρίσκονται μεταξύ των δύο. Οι Έλληνες δεν γνωρίζουν την πόλη με την ονομασία Κωνσταντινούπολη, όπως συνηθίζουμε εμείς να την ονομάζουμε, αλλά την ονομάζουν συνήθως Εις την Πόλιν.53 To Πέρα είναι μικρή πόλη, αλλά πολύ πυκνοκατοικημένη. Περιβάλλεται από ισχυρό τείχος και έχει εξαιρετικά σπίτια, όλα καλοχτισμένα. Το κατέχουν οι Γενουάτες και ανήκει στην κυριαρχία τής Γένουας, κατοικούμενο από Έλληνες και Γενουάτες. Τα σπίτια τής πόλης στέκονται στην ακτή και βρίσκονται τόσο κοντά στη θάλασσα, που μεταξύ των υδάτων της και τού τείχους τής πόλης ο χώρος έχει μόλις το πλάτος τού καταστρώματος μιας καραβέλας, ίσως λίγο περισσότερο. Το τείχος εδώ αναπτύσσεται κατά μήκος τής ακτής για κάποιο μήκος, αλλά στη συνέχεια ανεβαίνει στον απότομο λόφο, στην κορυφή τού οποίου στέκεται πολύ ψηλός πύργος, που δεσπόζει πάνω από την πόλη και τη φρουρεί.54 Όμως αυτός ο λόφος, όπου στέκεται ο Πύργος, δεν είναι τόσο ψηλός, αλλά τον υπερβαίνει άλλος λόφος προς τα δεξιά του, ο οποίος βρίσκεται στο πίσω μέρος τού Πέρα. Σε αυτόν τον ψηλότερο εξωτερικό λόφο είχε το στρατόπεδό του ο σουλτάνος55 κατά τον αποκλεισμό τού Πέρα και τής Κωνσταντινούπολης.56 Η επίθεσή του γινόταν από εκεί και οι πολιορκητικές του μηχανές εγκαταστάθηκαν εδώ εναντίον τής πόλης, την οποία έτσι, σε δύο ξεχωριστές περιπτώσεις, πολιορκούσε τόσο από τη στεριά όσο και από τη θάλασσα. Σε μία από αυτές τις περιπτώσεις η πολιορκία κράτησε έξι μήνες και στη στεριά στρατοπέδευαν 400.000 από τούς άνδρες του, ενώ από τη θάλασσα εξήντα γαλέρες και άλλα πλοία είχαν αποκλείσει το λιμάνι. Όμως οι Τούρκοι δεν κατόρθωσαν να μπουν. Ούτε καν σε προάστιο δεν έφτασαν. Τόσο καλή ήταν η υπεράσπιση τής πόλης. Μάλιστα για τόσο μεγάλο έθνος όπως και οι Τούρκοι, είναι παράξενο πόσο αδέξιοι είναι αυτοί στις πολιορκητικές τους επιχειρήσεις. Στη συγκεκριμένη περίπτωση απέτυχαν εντελώς.
Ο βραχίονας τής θάλασσας που αναπτύσσεται χωρίζοντας το Πέρα από την Κωνσταντινούπολη57 είναι στενός, έχοντας στο στόμιό του πλάτος ένα μίλι,58 που είναι το ένα τρίτο τής λεύγας. Θεωρείται λιμάνι και για τις δύο πόλεις και είναι το πιο ασφαλές και το καλύτερο λιμάνι σε ολόκληρο τον κόσμο. Είναι αγκυροβόλιο ασφαλές από ανέμους και από τις τέσσερις κατευθύνσεις, ενώ όλα τα πλοία που εισέρχονται εκεί είναι ασφαλή και από τις επιθέσεις όλων των εχθρικών πλοίων, γιατί εκείνα δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να τα προσεγγίσουν, υπό την προϋπόθεση φυσικά ότι και το Πέρα και η Κωνσταντινούπολη θέλουν και οι δύο να κρατήσουν το λιμάνι. Το νερό εδώ είναι καθαρό και βαθύ. Έτσι ακόμη και τα μεγαλύτερα πλοία τού στόλου, μάλιστα οι μεγάλες καραβέλες, μπορούν να φτάνουν κοντά στο τείχος τής πόλης και να πετούν ξύλινη σκάλα αποβίβασης στην ακτή, σαν να είναι απλώς βάρκα που αποβιβάζει από γαλέρα. Απέναντι από την Κωνσταντινούπολη59 βρίσκεται η τουρκική επικράτεια, ενώ πολύ κοντά, απέναντι από την πόλη, εκτείνεται πεδιάδα με μέτωπο στη θάλασσα που ονομάζεται Σκουτάρι.60 Πολλά σκάφη περνούν συνεχώς καθημερινά, πηγαίνοντας από την Κωνσταντινούπολη και το Πέρα απέναντι στην τουρκική χώρα, στο Σκουτάρι. [Ο Κεράτιος] αναπτύσσεται σε μακρά καμπύλη επί απόστασης μισής λεύγας, χωρίζοντας σε όλο του το μήκος το Πέρα από την Κωνσταντινούπολη. Η πόλη τού Πέρα πέρασε αρχικά στην κατοχή των Γενουατών με τον ακόλουθο τρόπο. Συμφώνησαν ν΄ αγοράσουν από κάποιον αυτοκράτορα τής Κωνσταντινούπολης ένα κομμάτι γης σε αυτό το μέρος, μικρό όπως λεγόταν, το οποίο θα μπορούσαν να κόψουν σε λωρίδες. Μόλις ίδρυσαν την πόλη τους και έχτισαν τα σπίτια της, συνέχισαν και έχτισαν με πανουργία δυο τείχη πόλης, που θα εσώκλειαν τα δύο παρακείμενα προάστια πέρα από την πόλη. Αυτό το πέτυχαν με τη βία και όχι με δικαίωμα ή με τη συγκατάθεση τού αυτοκράτορα. Όμως το Πέρα εξακολουθεί παρ’ όλα αυτά ν΄ ανήκει στον αυτοκράτορα. Το δικό του νόμισμα είναι το μόνο που κυκλοφορεί εκεί, ενώ έχει δικαιοδοσία επί ολόκληρης τής πόλης.61
Πέρα
Οι Γενουάτες αποκαλούν την πόλη τους Πέρα, αλλά οι Έλληνες την ονομάζουν Γαλατά. Πριν από την ίδρυση τής γενουάτικης πόλης, υπήρχαν ήδη κτίσματα, από τα οποία συνήθιζαν να οδηγούν τα κοπάδια σε βοσκή σε αυτά τα χωράφια. Εδώ τα άρμεγαν και το γάλα μεταφερόταν απέναντι στην Κωνσταντινούπολη προς πώληση. Γι’ αυτόν τον λόγο ονόμαζαν τον τόπο Γαλατά, γιατί αυτός ο όρος σημαίνει Τόπος Αρμέγματος στην ισπανική μας γλώσσα και προέρχεται από την ελληνική λέξη για το γάλα. Είναι τώρα ενενηνταέξι περίπου χρόνια που ιδρύθηκε το Πέρα.
Τα μοναστήρια του Πέρα και τα λείψανά τους
Στο Πέρα υπάρχουν δύο μοναστήρια, πολύ όμορφα κτισμένα και πλούσια στολισμένα. Το ένα είναι αφιερωμένο στον Άγιο Παύλο και το άλλο στον Άγιο Φραγκίσκο. Μάς οδήγησαν να τα επισκεφτούμε. Η Μονή τού Αγίου Φραγκίσκου είναι μεγαλοπρεπής και πολύ πλούσια στολισμένη. Μάς έδειξαν μεγάλο αριθμό κειμηλίων που φυλάσσονται εδώ, οι λεπτομέρειες των οποίων είναι οι εξής. Κατ’ αρχάς υπάρχει λειψανοθήκη φτιαγμένη από κρύσταλλο πολύ όμορφα δουλεμένο, που στηρίζεται πάνω σε επίχρυσο ασημένιο βάθρο. Σε αυτή τη λειψανοθήκη βρίσκονται τα οστά τού ευλογημένου Αγίου Ανδρέα, εκείνα τού ένδοξου Αγίου Νικολάου, καθώς και το ένδυμα τού λαμπρού και ευλογημένου Αγίου Φραγκίσκου. Στη συνέχεια μάς έδειξαν κι άλλη κρυστάλλινη λειψανοθήκη δεμένη με ασήμι, στην οποία φυλασσόταν ένα οστό τού ισχίου τής Αγίας Αικατερίνης. Μάς έδειξαν επίσης μια τρίτη κρυστάλλινη λειψανοθήκη πολύ πλούσια διακοσμημένη με πολύτιμες πέτρες και μαργαριτάρια, τοποθετημένη στο επίχρυσο ασημένιο βάθρο της, στην οποία υπήρχαν τα οστά τού ευλογημένου Αγίου Λουδοβίκου τής Γαλλίας62 και τής Σάντα Φέντε τής Γένουας.63 Έπειτα επιθεωρήσαμε ένα κιβώτιο πολύ έντεχνα φτιαγμένο, στο οποίο υπήρχαν τα οστά των Αγίων Νηπίων.64 Μάς έδειξαν επίσης το μακρύ οστό τού βραχίονα τού Αγίου Παντελεήμονος,65 καθώς και το μακρύ οστό τού βραχίονα τής Αγίας Μαγδαληνής και το αντίστοιχο οστό τού Αγίου Λουκά τού Ευαγγελιστή. Επίσης τρία κρανία από εκείνα των αποκεφαλισθεισών Έντεκα Χιλιάδων Παρθένων,66 με ένα οστό από το σώμα τού Αγίου Ιγνατίου και ένα πολύ ιερό λείψανο τής ευλογημένης Παρθένου Μαρίας. Επίσης είδαμε εδώ τον αριστερό βραχίονα, χωρίς το χέρι, τού Aγίου Στεφάνου τού Πρωτομάρτυρα, ο οποίος ήταν πολύ όμορφα εγκιβωτισμένος σε ασημένια σύνθεση, στολισμένη με μαργαριτάρια και πολύτιμες πέτρες. Στη συνέχεια μάς έδειξαν τον δεξιό βραχίονα, μαζί με το χέρι, τής Αγίας Άννας. Ήταν εγκιβωτισμένος σε σύνθεση αλλά έλειπε το μικρό δάχτυλο. Λένε ότι ο σημερινός αυτοκράτορας Μανουήλ το είχε κόψει από το χέρι, για να το κρατήσει μαζί με τα ιδιωτικά του κειμήλια. Λένε επίσης ότι τώρα έχει ασκηθεί αγωγή εναντίον του γι’ αυτό το θέμα. Μάς έδειξαν επίσης μεγάλο σταυρό από επίχρυσο ασήμι, διακοσμημένο με πολύτιμους λίθους, γύρω από τούς οποίους υπήρχαν μαργαριτάρια, ενώ στο κέντρο αυτού τού σταυρού φαινόταν μικρότερος σταυρός, φτιαγμένος από το ιερό ξύλο τού Τιμίου Σταυρού. Στη συνέχεια μάς έδειξαν κρυστάλλινη λειψανοθήκη πλούσια δουλεμένη, στην οποία υπήρχε οστό τού ενδόξου Αγίου Βασιλείου. Επίσης πολύ πλούσιο σταυρό από επίχρυσο ασήμι, στολισμένο με πολλά μαργαριτάρια, στον οποίο ήσαν επίσης εγκιβωτισμένα πολλά λείψανα διαφόρων αγίων. Υπήρχε και πάλι κρυστάλλινη λειψανοθήκη έξοχα στολισμένη, μέσα στην οποία φαινόταν ασημένιο χέρι που κρατούσε όρθιο με δύο από τα δάχτυλά του ένα κόκαλο τού ευλογημένου Αγίου Λαυρεντίου. Εδώ μάς έφεραν μια τσάντα σκεπασμένη με ασημένια στολίδια, στην οποία φυλάσσονται διάφορα λείψανα τού ευλογημένου Αγίου Ιωάννη, τού Αγίου Διονυσίου και πολλών άλλων αγίων. Λέγεται ότι τα λείψανα αυτά τα είχαν πάρει όταν οι Λατίνοι κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη, αλλά ότι αργότερα ο Έλληνας πατριάρχης άσκησε αγωγή εναντίον των Λατίνων και τελικά έφερε τα λείψανα πίσω. Μαζί με όλα αυτά τα ιερά λείψανα, μάς έδειξαν εδώ πολλά πλούσια άμφια με πολλά όμορφα δισκοπότηρα και διάφορους σταυρούς, πέρα από εκείνους που αναφέρθηκαν πιο πάνω.
Σε αυτό το μοναστήρι τού Αγίου Φραγκίσκου67 είναι θαμμένος μπροστά στην αγία τράπεζα ο μεγάλος στρατάρχης τής Γαλλίας, τον οποίο συνέλαβαν οι Τούρκοι αιχμάλωτο όταν νίκησαν τούς Γάλλους,68 τότε που οι Γάλλοι πορεύονταν σε σταυροφορία σε συμμαχία με τον βασιλιά τής Ουγγαρίας. Στο παρακείμενο μοναστήρι τού Αγίου Παύλου βρίσκεται με τον ίδιο τρόπο θαμμένος ο άρχοντας τού Τρούξι,69 μαζί με πολλούς άλλους Γάλλους ιππότες, τούς οποίους ο Τούρκος70 θανάτωσε [προδοτικά] με δηλητηριώδη βότανα που τούς έδωσαν να φάνε, αφού είχαν ήδη εξαγοραστεί με λύτρα και τα χρήματα των λύτρων αυτών είχαν καταβληθεί πλήρως.
<-Κεφάλαιο 3: Κωνσταντινούπολη | Κεφάλαιο 5: Από το Πέρα στην Τραπεζούντα-> |